Στις 26 Οκτωβρίου του 1957, άφησε την τελευταία του πνοή ο Νίκος Καζαντζάκης.
Ο συγγραφέας που μεταφράστηκε σε περισσότερες γλώσσες από κάθε άλλο Έλληνα. Ο δημιουργός που προτάθηκε 3 φορές για το βραβείο Νόμπελ τολμώντας να εισέλθει με την κοφτερή του πένα σε ρεύματα όπως ο Χριστιανισμός και ο Κομμουνισμός.
Ο "καταραμένος" από την Ιεραρχία της Εκκλησίας στην Ελλάδα, Νίκος Καζαντζάκης, έφυγε αφήνοντας πίσω του ένα πλούσιο έργο. Σπινθηροβόλο, εμπνευσμένο, ωμό και προκλητικό, μα απόλυτα προσαρμοσμένο στην ανθρώπινη φύση.
Ένας ύμνος στη ζωή και τον άνθρωπο. Με τις αδυναμίες, τα πάθη και τα λάθη του. Επίσημα, ο κρητικός συγγραφέας δεν έφυγε ποτέ από κοντά μας. Παραμένει το έργο του να μας θυμίζει τις απόλυτες αλήθειες της ύπαρξής μας.
«Η ευτυχία είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο -ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο».
«Τι με ρωτάς για την καρδιά του αμαρτωλού; Εγώ κατέχω την καρδιά του ενάρετου, κι είναι όλοι οι δαιμόνοι μέσα».
«Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι».
«Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω».
«Δεν υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει».
«Τα τετραθέμελα του κόσμου τούτου: ψωμί, κρασί, φωτιά, γυναίκα».
«Πού να βρω μια ψυχή σαρανταπληγιασμένη κι απροσκύνητη, σαν την ψυχή μου, να της ξομολογηθώ;».
«Νιώθω σαν να χτυπάμε τα κεφάλια μας στα σίδερα. Πολλά κεφάλια θα σπάσουν. Μα κάποια στιγμή, θα σπάσουν και τα σίδερα».
«Δεν τον φοβάμαι το Θεό, αυτός καταλαβαίνει και συχωρνάει. Τους ανθρώπους φοβάμαι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν και δε συχωρνούν».
«Οι μισές δουλειές, οι μισές κουβέντες, οι μισές αμαρτίες, οι μισές καλοσύνες έφεραν τον κόσμο στα σημερινά χάλια. Φτάσε, μωρέ άνθρωπε, ως την άκρα, βάρα και μη φοβάσαι! Πιο πολύ σιχαίνεται ο Θεός το μισοδιάολο παρά τον αρχιδιάολο!».
«Η ευτυχία απάνω στη γης είναι κομμένη στο μπόι του ανθρώπου. Δεν είναι σπάνιο πουλί να το κυνηγούμε πότε στον ουρανό, πότε στο μυαλό μας. Η ευτυχία είναι ένα κατοικίδιο πουλί στην αυλή μας».
«Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα».
«Μια αστραπή η ζωή μας, μα προλαβαίνουμε».
«Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή· ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός· κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι αυτό πολλοί διαλάλησαν: σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος. Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή· κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι΄ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία».
«Μια Φλόγα είναι η ψυχή του ανθρώπου· ένα πύρινο πουλί, πηδάει από κλαρί σε κλαρί, από κεφάλι σε κεφάλι, και φωνάζει: Δεν μπορώ να σταθώ, δεν μπορώ να καώ, κανένας δεν μπορεί να με σβήσει!»
Αλήθειες που πληγώνουν, εμψυχώνουν, πεισμώνουν. Αλήθειες που κορυφώνονται σε μία και μόνη φράση. Αυτή που γράφτηκε στην τελευταία του κατοικία στο Ηράκλειο της Κρήτης και κλείνει μέσα σε λίγες λέξεις, το τι ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης και τι ήλπιζε για τον άνθρωπο.
Να φτάσει μια καθαρή ξάστερη μέρα που θα είναι απαλλαγμένος από βαρίδια, φόβους και σκιές. Μια μέρα που θα μπορεί κανείς να διατυμπανίσει πως:
«Δεν ελπίζω τίποτα. Δε φοβούμαι τίποτα. Είμαι λέφτερος».
Αμήν.
Στεύη Τσούτση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου