υ Οδυσσείας
φήμην δ' ἐξ οἴκοιο γυνὴ προέηκεν ἀλετρὶς
πλησίον, ἔνθ' ἄρα οἱ μύλαι εἵατο ποιμένι λαῶν.
τῇσιν δώδεκα πᾶσαι ἐπεῤῥώοντο γυναῖκες
ἄλφιτα τεύχουσαι καὶ ἀλείατα, μυελὸν ἀνδρῶν·
αἱ μὲν ἄρ' ἄλλαι εὗδον, ἐπεὶ κατὰ πυρὸν ἄλεσσαν,
ἡ δὲ μί' οὔ πω παύετ', ἀφαυροτάτη δὲ τέτυκτο· 110
ἥ ῥα μύλην στήσασα ἔπος φάτο, σῆμα ἄνακτι·
Η ΑΡΧΗ
Ο
άνθρωπος επινόησε την κίνηση μιας στρογγυλής πέτρας πάνω σε μια άλλη
επίπεδη και χοντρόκοβε τα δημητριακά για να κάνει χυλό, γαλέτα,
ζυμαρικά, ψωμί, αλλάζοντας έτσι ριζικά τις διατροφικές του συνήθειες.
Αργότερα χρησιμοποίησε τους χειρόμυλους , ιγδία (χαβάνια ή γουδιά) και
τρίφτες.
Ο Όμηρος γράφει, στη ραψωδία Η, για το παλάτι του Αλκίνοου:
«Πενήντα μες τους πύργους του
Γυναίκες είχε αλέστρες
Όλες τους στο χειρόμυλο