Κι όμως δεν είναι φάρσα ή μεγαλόσχημη αυτάρεσκη μπαρούφα:
Το 1880, κατά
τη διάρκεια του πολέμου μεταξύ Περού και Χιλής, συνέβη το εξής: Σε μια αιματηρή
επιδρομή των Χιλιανών κατά του χωριού Σαν Αντρές του Περού, οι Χιλιανοί
στρατιώτες σκότωναν αδιακρίτως τους κατοίκους του χωριού.
Ανάμεσα σε αυτούς όμως, ήταν και 7 Ελληνες ναυτικοί, οι οποίοι αγάπησαν
το Περού από τα ταξίδια τους και είχαν εγκατασταθεί από το 1860 εκεί για
να ζήσουν. Κάποιοι από αυτούς είχαν παντρευτεί με Περουβιανές γυναίκες και
είχαν δημιουργήσει τις οικογένειές τους. Οταν λοιπόν έγινε η φονική επιδρομή,
μαζεύτηκαν όλοι οι Ελληνες σε ένα σπίτι, μαζί με πολλούς Περουβιανούς
κατοίκους, κλειδώθηκαν μέσα, ύψωσαν την ελληνική σημαία και περίμεναν με
αγωνία.Και τότε έγινε το θαύμα! Οι Χιλιανοί στρατιώτες που είχαν ξεκληρίσει το χωριό, δεν πείραξαν καθόλου το σπίτι με την ελληνική σημαία!
Οι απόγονοι 6ης, 7ης και τώρα πια 8ης γενιάς αυτών των 7 Ελλήνων ναυτικών, είναι περίπου 650 άτομα και αποτελούν σήμερα την ισχυρή ακόμη ελληνικής καταγωγής παροικία /κοινότητα του Σαν Αντρές. Οι περισσότεροι δεν έχουν επισκεφθεί ποτέ την Ελλάδα. Γιορτάζουν την μέρα που σώθηκαν, αλλά και ελληνικές γιορτές, όπως την 28η Οκτωβρίου και την 25η Μαρτίου με επίσημο τρόπο και στις γιορτές τους ακούγεται πάντα ο ελληνικός Εθνικός Υμνος μαζί με τον Εθνικό Υμνο του Περού.
Ονόματα όπως Komninos, Gikas, Carassopoulos, Papafavas, Falkonis και Constantinou είναι τα πιο συνηθισμένα στο San Andres. Κάποιοι από αυτούς δεν μοιάζουν σε τίποτα στην όψη με Ελληνες. Οπως η γιαγιά στο βίντεο, που και της παραδίδουν την ελληνική σημαία. Δεν μοιάζει με Ελληνίδα εξωτερικά και μιλάει ισπανικά. Σφίγγει όμως τη σημαία στην αγκαλιά της λέγοντας: "Μi sangre! mi sangre!" (το αίμα μου! το αίμα μου!)
Wikipedia:
Fue creado el 9 de diciembre de 1921, en el gobierno de Augusto B. Leguía. Desde los años de 1840 la explotación de las islas guaneras frente a las costas de la ciudad de Pisco, trajo como consecuencia el numeroso arribo de tripulantes de navíos de diversas nacionalidades, es asi como al promediar los años de 1860 a 1870, Juan Falkoni (Arguyani) Alvánides marino griego, toma como esposa a Joaquina de la Cruz, oriunda peruana de la zona, y construyen su casa en la locación del actual distrito de San Andrés, siendo ésta la primera construcción, y denominando a la primera calle con el nombre de Grecia, más tarde se establecen otros inmigrantes, marínos griegos todos ellos, como, Pedro Yika Carassopolus, Juan Comninos, Batikiota Kanelos, Francisco Penakos, Constantino, quienes también tomaron como esposas a pobladoras oriundas peruanas y dieron inicio a la Colonia Griega de San Andrés, esa fue la primera fundación del actual San Andrés. Años más tarde, Pedro Yika Briceño sería el primer Alcalde del distrito.
Το Περού (Ισπ: Perú), είναι χώρα στη νότια Αμερική. Συνορεύει βόρεια με τον Ισημερινό και την Κολομβία, ανατολικά με τη Βραζιλία, νοτιοανατολικά με τη Βολιβία, νότια με τη Χιλή και δυτικά βρέχεται από Ειρηνικό Ωκεανό. Το Περού είναι χαρακτηριστική χώρα της περιοχής των Άνδεων. Έχει έκταση 1.300.000 τ.χλμ., είναι δηλαδή 10 φορές μεγαλύτερη από την Ελλάδα και 29.546.963 κατοίκους [1], με βάση εκτιμήσεις του 2009.
Οι περουβιανές πόλεις είναι πολυπολιτισμικές, με ιστορία που είναι αποτέλεσμα της σύγκρουσης του πολιτισμού των Άνδεων με αυτόν των Ισπανών αποίκων. Παγκοσμίως η χώρα είναι γνωστή ως το κέντρο του πολιτισμού των Ίνκας.
Το 1532, μία ομάδα Ισπανών κατακτητών, γνωστοί και ως κονκισταδόρες, με αρχηγό τον Φρανσίσκο Πισάρρο, νίκησαν τον αυτοκράτορα των Ίνκας Αταουάλπα και επέβαλαν την ισπανική κυριαρχία στην αυτοκρατορία των Άνδεων. Δέκα χρόνια αργότερα, το Ισπανικό Στέμμα ίδρυσε την Αντιβασιλεία του Περού, στην οποία περιλαμβάνονταν οι περισσότερες ισπανικές αποικίες της Νότιας Αμερικής. Ο αντιβασιλέας Φρανθίσκο ντε Τολέδο αναδιοργάνωσε τη χώρα κατά τη δεκαετία του 1570, με κύρια οικονομική δραστηριότητα τα ορυχεία αργύρου και εξανάγκασε τους ιθαγενείς σε υποχρεωτική εργασία.
Το Περού απέφερε μεγάλα κέρδη στην Ισπανία και παράλληλα αναπτύχθηκε ένα εμπορικό δίκτυο συναλλαγών με την Ευρώπη ως και τις Φιλιππίνες, τότε ισπανική κτήση. Μέχρι τον 18ο αιώνα όμως, η μείωση των αποθεμάτων αργύρου και η οικονομική διαφοροποίηση ελάττωσαν τα βασιλικά έσοδα, με συνέπεια το Στέμμα να προβεί σε αλλαγές, γνωστές και ως η Ανασύσταση του οίκου των Βουρβόνων, οι οποίες επέφεραν αύξηση των φόρων και διάσπαση του Αντιβασιλείου του Περού. Οι νέοι νόμοι προκάλεσαν την επανάσταση του Τούπακ Αμάρου του Β' και άλλες εξεγέρσεις, οι οποίες καταστάλησαν βίαια.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν οι περισσότερες χώρες της Νότιας Αμερικής πολεμούσαν για την ανεξαρτησία τους, το Περού παρέμενε πιστό στο Ισπανικό στέμμα. Η άρχουσα τάξη δίσταζε ανάμεσα στη χειραφέτηση και την Ισπανική μοναρχία, και τελικά η ανεξαρτησία έγινε πραγματικότητα μόνο μετά τις στρατιωτικές εκστρατείες του Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν και του Σιμόν Μπολίβαρ. Τα πρώτα χρόνια του νέου ανεξάρτητου κράτους, οι εσωτερικές έριδες μεταξύ των στρατιωτικών ηγετών για την εξουσία παρέτειναν την πολιτική αστάθεια. Η εθνική ταυτότητα ενδυναμώθηκε αυτή την περίοδο, καθώς τα σχέδια της γειτονικής Βολιβίας για μία ενιαία συνομοσπονδία όλων των κρατών της Λατινικής Αμερικής απέβησαν άκαρπα. Μεταξύ των δεκαετιών του 1840 και του 1860, το Περού διήνυσε μια περίοδο σταθερότητας υπό την προεδρία του Ραμόν Καστίγια, με αυξημένα κρατικά έσοδα από τις εξαγωγές γουανό. Μέχρι το 1870 όμως, αυτή η πλουτοπαραγωγική πηγή εξαντλήθηκε και η χώρα βρέθηκε χρεωμένη, πυροδοτώντας για μία ακόμη φορά τις εμφύλιες διαμάχες.
Μετά την ήττα του από τη Χιλή στον Πόλεμο του Ειρηνικού το 1883, το Περού παραχώρησε τις επαρχίες της Αρίκα και της Ταραπακά με τις συνθήκες του Ανκόν και της Λίμα αντίστοιχα. Τις εσωτερικές διαμάχες μετά τον πόλεμο ακολούθησε η σταθερότητα της ηγεσίας του Αστικού Κόμματος, μέχρι την άνοδο στην εξουσία του αυταρχικού καθεστώτος του Αουγούστο Λεγκία. Η μεγάλη ύφεση στις αρχές του 20ου αιώνα, προκάλεσε την πτώση του Λεγκία, τροφοδότησε πολιτικές αναταραχές και ήταν η αιτία της ανόδου της Αμερικανικής Λαϊκής Επαναστατικής Συμμαχίας (APRA). Η διαμάχη μεταξύ της συμμαχίας, του πολιτικού κατεστημένου και του στρατού καθόρισε τη ζωή του Περού για τις επόμενες τρεις δεκαετίες.
Το 1968, ο στρατός με την ηγεσία του στρατηγού Χουάν Βελάσκο Αλβαράντο πραγματοποίησε πραξικόπημα για την ανατροπή του πρόεδρου Φερντάντο Μπελαούντε. Το νέο καθεστώς έκανε ριζικές αλλαγές για την προώθηση της ανάπτυξης αλλά δεν κατάφερε να έχει σημαντικό λαϊκό έρισμα. Το 1975, ο Βελάσκο αντικαταστάθηκε βίαια από τον στρατηγό Φρανσίσκο Μοράλες Μπερμούντες, ο οποίος επέβλεψε την επαναφορά της δημοκρατίας. Κατά τη δεκαετία του '80, το Περού αντιμετώπισε ένα σημαντικό εξωτερικό δημόσιο χρέος, συνεχώς αυξανόμενο πληθωρισμό, ανεξέλεγκτο λαθρεμπόριο ναρκωτικών και έντονη πολιτική βία. Κατά την προεδρία του Αλμπέρτο Φουτζιμόρι το διάστημα 1990-2000, η χώρα ανέκαμψε, αν και η κυβέρνηση παραιτήθηκε μετά τις διφορούμενες εκλογές του 2000 με κατηγορίες αυταρχικότητας, διαφθοράς και παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μετά το τέλος της κυβέρνησης Φουτζιμόρι, το Περού προσπαθεί να αντιμετωπίσει τη διαφθορά και να συντηρήσει την ανάπτυξη.
Το 2006 τις εκλογές κέρδισε ο Άλαν Γκαρσία (Alan García) και είναι πρόεδρος της χώρας μέχρι σήμερα.
Παρά το γεγονός ότι οι εξαγωγές έχουν φέρει σημαντικά έσοδα, η βιώσιμη ανάπτυξη και μια πιο δίκαιη κατανομή του εισοδήματος έχουν αποδειχθεί ανέφικτες. Σύμφωνα με στοιχεία του 2008 το 36,2% του συνολικού πληθυσμού ζει σε φτώχεια και το 12,6% είναι εξαιρετικά φτωχό.
Από τις αρχές του 1990 γίνεται μεγάλη προσπάθεια τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τον ιδιωτικό τομέα για την προώθηση του τουρισμού. Ο κυριότερος τουριστικός προορισμός του Περού είναι το Μάτσου Πίτσου στο Κούζκο, γνωστό και ως η κρυφή πόλη των Ίνκας.
Στο νοτιοδυτικό Περού στις όχθες της λίμνης Τιτικάκα βρίσκεται η λαογραφική πρωτεύουσα του Περού Πούνο και τα «πλεούμενα νησιά» Ούρος, πόλος έλξης των τουριστών που περνούν οδικώς στην Βολιβία, με την οποία το Περού μοιράζεται τη λίμνη Τιτικάκα.
Οι περισσότεροι ποταμοί της χώρας πηγάζουν από τις Άνδεις και απορρέουν σε συνολικά τρεις λεκάνες. Οι απορροές προς τον Ειρηνικό είναι απότομες και βραχείες, ενώ οι απορροές προς τον Αμαζόνιο είναι μακρύτερες, μεγαλύτερης παροχής και λιγότερο απότομες μετά την έξοδό τους από το ορεινό τοπίο. Επίσης, υπάρχουν και απορροές προς τη λίμνη Τιτικάκα, οι οποίες συνήθως είναι βραχείες και έχουν μεγάλη παροχή. Οι μεγαλύτεροι ποταμοί της χώρας σε μήκος είναι ο Ουκαγιάλι, ο Μαρανιόν, ο Πουτουμάγιο, ο Γιαβαρί, ο Ουαγιάγα, ο Ουρουμπάμπα, ο Μανταρό και ο Αμαζόνιος.
Σε γενικές γραμμές, οι ακτές παρουσιάζουν υποτροπικό κλίμα με μέτριες θερμοκρασίες, μικρά ύψη βροχόπτωσης και υψηλά επίπεδα υγρασίας λόγω της γειτνίασης με τον Ειρηνικό. Οι βόρειες ακτές είναι πιο θερμές και οι βροχοπτώσεις εδώ πιο συχνές. Αντίστοιχα, οι περιοχές των Άνδεων παρουσιάζουν ένα δροσερό και ψυχρό κλίμα, με βροχερά καλοκαίρια και πολύ ξηρούς χειμώνες. Τέλος, τα ανατολικά βαθύπεδα της λεκάνης του Αμαζονίου χαρακτηρίζονται από ισχυρές βροχοπτώσεις και υψηλές θερμοκρασίες καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, παρουσιάζοντας ένα τυπικό ισημερινό τροπικό κλίμα. Εξαίρεση αποτελούν τα νότια βαθύπεδα με δροσερό φθινόπωρο και περιστασιακές βροχές.
Το κλίμα των ακτών καθορίζεται κύρια από την επίδραση του ψυχρού ρεύματος Χούμπολτ, που κινείται παράλληλα με την ακτογραμμή και δεν επιτρέπει τη βροχόπτωση από τον ωκεανό. Αν το ρεύμα ήταν θερμό, η παρουσία των Άνδεων θα προκαλούσε ορογραφικές βροχοπτώσεις, όπως καταγράφονται στα βόρεια και νότια τμήματα των παράκτιων οροσειρών.
Το συνολικό ύψος βροχής το καλοκαίρι σπάνια ξεπερνάει τα 200 χιλιοστά, με εξαίρεση τα ακραία καιρικά φαινόμενα του Ελ Νίνιο, που μπορεί να προκαλέσουν έντονες πλημμύρες με ύψη βροχής μέχρι και 4000 χιλιοστά, ειδικότερα στο πλέον βόρειο τμήμα των ακτών. Οι θερμοκρασίες κυμαίνονται μεταξύ 20–23 °C τη νύχτα και 28–38 °C την ημέρα, ενώ είναι οι μέγιστες καταγεγραμμένες σε όλη την ακτή του Περού. Οι περιοχές Τούμπες και Πιούρα είναι και οι πιο θερμές της χώρας.
Ο χειμώνας χαρακτηρίζεται από θερμές αλλά άνετες συνθήκες και παντελή απουσία βροχής.
Ο χειμώνας χαρακτηρίζεται από νεφοσκεπείς, ψυχρές και υγρές ημέρες, με χαμηλές θερμοκρασίες. Η ακτή και η κοντινή ενδοχώρα καλύπτονται συνήθως από ένα μόνιμο στρώμα ομίχλης, το οποίο περιγράφεται με την ονομασία γκαρούα, μία χαρακτηριστική τοπική μορφή αχλύος του Περού και της βόρειας Χιλής. Σε αυτές τις ωκεάνιες περιοχές, η εποχή των βροχών είναι μεταξύ Μαίου και Οκτωβρίου. Ο υετός κυρίως εμφανίζεται ως νυχτερινό και πρωινό ψιλόβροχο με εποχικά ύψη μεταξύ 10 και 150 χιλιοστών. Η χειμερινή βροχόπτωση ευννοεί την ανάπτυξη έντονης βλάστησης στις παράκτιες λοφοσειρές, γνωστή με την ονομασία Λόμας. Αντίστοιχα, η περίοδος παρουσίας βλάστησης σε ερημικές περιοχές εντοπίζεται μεταξύ Ιουλίου και αρχών Νοεμβρίου. Οι θερμοκρασίες κυμαίνονται μεταξύ 14–18 °C τη νύχτα και 22–29 °C την ημέρα, ενώ οι χειμερινές ελάχιστες μεταξύ 15 και 23 °C και οι μέγιστες μεταξύ 8 και 15 °C. Αρκετές εβδομάδες πλήρους νεφοκάλυψης και μέγιστων χαμηλότερων από 19 °C είναι συχνό φαινόμενο μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου.
Το ύψος της βροχόπτωσης κυμαίνεται τόσο ποσοτικά όσο και εποχικά. Η περίοδος των βροχών ξεκινάει τον Σεπτέμβριο και κορυφώνεται τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο, ενώ μεταξύ Μαΐου και Αυγούστου παρατηρείται μία έντονα ξηρή περίοδος με χαμηλές θερμοκρασίες. Έχει καταγραφεί μία χαρακτηριστική μεταβολή του ύψους της βροχής κατά τον νοτιοδυτικό-βορειοανατολικό άξονα με τις πιο ξηρές συνθήκες (200-500 χιλιοστά το έτος) κατά μήκος των νοτιοδυτικών Άνδεων, και τις πιο υγρές κατά μήκος των ανατολικών πλαγιών (>1000 χιλιοστά το χρόνο). Η αλληλεπίδραση μεταξύ της τοπογραφίας και της γενικής κυκλοφορίας δίνει ετήσια ύψη βροχής ως και 10000 χιλιοστά σε ορισμένες περιοχές στα ανατολικά όρια των Άνδεων. Ο υετός είναι επίσης έντονος στις οροσειρές και σε ορογενείς κοιλάδες, με τη μορφή θερμικών απογευματινών καταιγίδων. Οι λίμνες επίσης επηρρεάζουν την κατανομή της βροχής. Για παράδειγμα, η λίμνη Τιτικάκα προκαλεί νυχτερινά ανοδικά ρεύματα, τα οποία δημιουργούν έντονες βροχές πάνω από τη λίμνη, σχεδόν διπλάσιου ύψους απ' ότι στις παραλίμνιες περιοχές. Περιστασιακές καταιγίδες συνοδεύονται από συχνούς κεραυνούς, δυνατούς ανέμους και καταστροφικές χαλαζοπτώσεις, ειδικότερα κατά την εποχή των βροχών και σε μεγάλα υψόμετρα. Οι χιονοπτώσεις είναι συχνές σε ύψη πάνω από 5000 μ. αυτή την εποχή, και περιστασιακές σε ύψη μεγαλύτερα από 3800 μ. μεταξύ Μαίου και Αυγούστου.
Fue creado el 9 de diciembre de 1921, en el gobierno de Augusto B. Leguía. Desde los años de 1840 la explotación de las islas guaneras frente a las costas de la ciudad de Pisco, trajo como consecuencia el numeroso arribo de tripulantes de navíos de diversas nacionalidades, es asi como al promediar los años de 1860 a 1870, Juan Falkoni (Arguyani) Alvánides marino griego, toma como esposa a Joaquina de la Cruz, oriunda peruana de la zona, y construyen su casa en la locación del actual distrito de San Andrés, siendo ésta la primera construcción, y denominando a la primera calle con el nombre de Grecia, más tarde se establecen otros inmigrantes, marínos griegos todos ellos, como, Pedro Yika Carassopolus, Juan Comninos, Batikiota Kanelos, Francisco Penakos, Constantino, quienes también tomaron como esposas a pobladoras oriundas peruanas y dieron inicio a la Colonia Griega de San Andrés, esa fue la primera fundación del actual San Andrés. Años más tarde, Pedro Yika Briceño sería el primer Alcalde del distrito.
Το Περού (Ισπ: Perú), είναι χώρα στη νότια Αμερική. Συνορεύει βόρεια με τον Ισημερινό και την Κολομβία, ανατολικά με τη Βραζιλία, νοτιοανατολικά με τη Βολιβία, νότια με τη Χιλή και δυτικά βρέχεται από Ειρηνικό Ωκεανό. Το Περού είναι χαρακτηριστική χώρα της περιοχής των Άνδεων. Έχει έκταση 1.300.000 τ.χλμ., είναι δηλαδή 10 φορές μεγαλύτερη από την Ελλάδα και 29.546.963 κατοίκους [1], με βάση εκτιμήσεις του 2009.
Οι περουβιανές πόλεις είναι πολυπολιτισμικές, με ιστορία που είναι αποτέλεσμα της σύγκρουσης του πολιτισμού των Άνδεων με αυτόν των Ισπανών αποίκων. Παγκοσμίως η χώρα είναι γνωστή ως το κέντρο του πολιτισμού των Ίνκας.
Πίνακας περιεχομένων
Ετυμολογία
Η ονομασία Περού προέρχεται από το όνομα του Birú, ενός τοπικού άρχοντα στον Κόλπο του Σεν Μιγκέλ στον Παναμά στις αρχές του 16ου αιώνα. Όταν οι κτήσεις του προσπελάστηκαν από Ισπανούς εξερευνητές το 1522, ήταν το νοτιότερο κομμάτι του Νέου Κόσμου. Έτσι, ο Φρανσίσκο Πισάρρο ονόμασε τις νοτιότερες περιοχές Περού. Το ισπανικό Στέμμα κατέστησε νόμιμη την ονομασία το 1529 με την Πράξη κατάκτησης του Τολέδο, η οποία επίσημα ονόμασε την κατεκτημένη Αυτοκρατορία των Ίνκας ως επαρχία του Περού. Η χώρα, κάτω από την ισπανική κυριαρχία, αποτελούσε επίσημα την Αντιβασιλεία του Περού, ενώ μετά τον πόλεμο ανεξαρτησίας των Περουβιανών, επικράτησε η ονομασία Κράτος του Περού.Ιστορία
Οι πρώτες μαρτυρίες ανθρώπινης παρουσίας στην ευρύτερη περιοχή του Περού χρονολογούνται περίπου εννέα χιλιετίες πριν. Η παλαιότερη γνωστή σύνθετη κοινωνία στο Περού είναι ο πολιτισμός του Νόρτε Τσίκο, ο οποίος άνθισε στις ακτές του Ειρηνικού μεταξύ του 3.000 και 1.800 πΧ. Αυτές οι πρωτόγονες δομές εξελίχθηκαν και οι αρχαιολογικές μαρτυρίες επιβεβαιώνουν την ύπαρξη στη συνέχεια των πολιτισμών των Τσάβιν, Παράκας, Μοτσίκα, Νάζκα, Γουαρί και Τσιμού. Τον 15ο αιώνα, οι Ίνκας εξελίχθηκαν σε ένα πανίσχυρο κράτος, το οποίο με το τέλος του αιώνα, αποτελούσε τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία στην προκολομβιανή Αμερική. Οι πολιτισμοί των Άνδεων ήταν γενικά βασισμένοι στη γεωργία, χρησιμοποιώντας τεχνικές όπως η άρδευση και οι αναβαθμίδες στις καλλιέργειες. Επίσης, η εκτροφή των καμηλοειδών της περιοχής (λάμα, γουανάκο) και η αλιεία ήταν σημαντικοί πόροι. Η οργάνωση της κοινωνίας βασιζόταν στην αλληλεγγύη και την αναδιανομή του πλούτου, καθώς οι πολιτισμοί αυτοί δεν είχαν τα στοιχεία της αγοράς και του χρήματος στην κουλτούρα τους.Το 1532, μία ομάδα Ισπανών κατακτητών, γνωστοί και ως κονκισταδόρες, με αρχηγό τον Φρανσίσκο Πισάρρο, νίκησαν τον αυτοκράτορα των Ίνκας Αταουάλπα και επέβαλαν την ισπανική κυριαρχία στην αυτοκρατορία των Άνδεων. Δέκα χρόνια αργότερα, το Ισπανικό Στέμμα ίδρυσε την Αντιβασιλεία του Περού, στην οποία περιλαμβάνονταν οι περισσότερες ισπανικές αποικίες της Νότιας Αμερικής. Ο αντιβασιλέας Φρανθίσκο ντε Τολέδο αναδιοργάνωσε τη χώρα κατά τη δεκαετία του 1570, με κύρια οικονομική δραστηριότητα τα ορυχεία αργύρου και εξανάγκασε τους ιθαγενείς σε υποχρεωτική εργασία.
Το Περού απέφερε μεγάλα κέρδη στην Ισπανία και παράλληλα αναπτύχθηκε ένα εμπορικό δίκτυο συναλλαγών με την Ευρώπη ως και τις Φιλιππίνες, τότε ισπανική κτήση. Μέχρι τον 18ο αιώνα όμως, η μείωση των αποθεμάτων αργύρου και η οικονομική διαφοροποίηση ελάττωσαν τα βασιλικά έσοδα, με συνέπεια το Στέμμα να προβεί σε αλλαγές, γνωστές και ως η Ανασύσταση του οίκου των Βουρβόνων, οι οποίες επέφεραν αύξηση των φόρων και διάσπαση του Αντιβασιλείου του Περού. Οι νέοι νόμοι προκάλεσαν την επανάσταση του Τούπακ Αμάρου του Β' και άλλες εξεγέρσεις, οι οποίες καταστάλησαν βίαια.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν οι περισσότερες χώρες της Νότιας Αμερικής πολεμούσαν για την ανεξαρτησία τους, το Περού παρέμενε πιστό στο Ισπανικό στέμμα. Η άρχουσα τάξη δίσταζε ανάμεσα στη χειραφέτηση και την Ισπανική μοναρχία, και τελικά η ανεξαρτησία έγινε πραγματικότητα μόνο μετά τις στρατιωτικές εκστρατείες του Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν και του Σιμόν Μπολίβαρ. Τα πρώτα χρόνια του νέου ανεξάρτητου κράτους, οι εσωτερικές έριδες μεταξύ των στρατιωτικών ηγετών για την εξουσία παρέτειναν την πολιτική αστάθεια. Η εθνική ταυτότητα ενδυναμώθηκε αυτή την περίοδο, καθώς τα σχέδια της γειτονικής Βολιβίας για μία ενιαία συνομοσπονδία όλων των κρατών της Λατινικής Αμερικής απέβησαν άκαρπα. Μεταξύ των δεκαετιών του 1840 και του 1860, το Περού διήνυσε μια περίοδο σταθερότητας υπό την προεδρία του Ραμόν Καστίγια, με αυξημένα κρατικά έσοδα από τις εξαγωγές γουανό. Μέχρι το 1870 όμως, αυτή η πλουτοπαραγωγική πηγή εξαντλήθηκε και η χώρα βρέθηκε χρεωμένη, πυροδοτώντας για μία ακόμη φορά τις εμφύλιες διαμάχες.
Μετά την ήττα του από τη Χιλή στον Πόλεμο του Ειρηνικού το 1883, το Περού παραχώρησε τις επαρχίες της Αρίκα και της Ταραπακά με τις συνθήκες του Ανκόν και της Λίμα αντίστοιχα. Τις εσωτερικές διαμάχες μετά τον πόλεμο ακολούθησε η σταθερότητα της ηγεσίας του Αστικού Κόμματος, μέχρι την άνοδο στην εξουσία του αυταρχικού καθεστώτος του Αουγούστο Λεγκία. Η μεγάλη ύφεση στις αρχές του 20ου αιώνα, προκάλεσε την πτώση του Λεγκία, τροφοδότησε πολιτικές αναταραχές και ήταν η αιτία της ανόδου της Αμερικανικής Λαϊκής Επαναστατικής Συμμαχίας (APRA). Η διαμάχη μεταξύ της συμμαχίας, του πολιτικού κατεστημένου και του στρατού καθόρισε τη ζωή του Περού για τις επόμενες τρεις δεκαετίες.
Το 1968, ο στρατός με την ηγεσία του στρατηγού Χουάν Βελάσκο Αλβαράντο πραγματοποίησε πραξικόπημα για την ανατροπή του πρόεδρου Φερντάντο Μπελαούντε. Το νέο καθεστώς έκανε ριζικές αλλαγές για την προώθηση της ανάπτυξης αλλά δεν κατάφερε να έχει σημαντικό λαϊκό έρισμα. Το 1975, ο Βελάσκο αντικαταστάθηκε βίαια από τον στρατηγό Φρανσίσκο Μοράλες Μπερμούντες, ο οποίος επέβλεψε την επαναφορά της δημοκρατίας. Κατά τη δεκαετία του '80, το Περού αντιμετώπισε ένα σημαντικό εξωτερικό δημόσιο χρέος, συνεχώς αυξανόμενο πληθωρισμό, ανεξέλεγκτο λαθρεμπόριο ναρκωτικών και έντονη πολιτική βία. Κατά την προεδρία του Αλμπέρτο Φουτζιμόρι το διάστημα 1990-2000, η χώρα ανέκαμψε, αν και η κυβέρνηση παραιτήθηκε μετά τις διφορούμενες εκλογές του 2000 με κατηγορίες αυταρχικότητας, διαφθοράς και παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μετά το τέλος της κυβέρνησης Φουτζιμόρι, το Περού προσπαθεί να αντιμετωπίσει τη διαφθορά και να συντηρήσει την ανάπτυξη.
Το 2006 τις εκλογές κέρδισε ο Άλαν Γκαρσία (Alan García) και είναι πρόεδρος της χώρας μέχρι σήμερα.
Οικονομία
Το Περού είναι αναπτυσσόμενη χώρα με ελεύθερη αγορά, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα το 2010 ήταν $5.195 δολάρια Αμερικής, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο [3]. Ο Δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης σύμφωνα με στοιχεία του 2010 ήταν 0.723 [4]. Ιστορικά, η οικονομία είναι συνδεδεμένη με τις εξαγωγές, οι οποίες παρέχουν σκληρό νόμισμα για τη χρηματοδότηση των εισαγωγών και την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους.Παρά το γεγονός ότι οι εξαγωγές έχουν φέρει σημαντικά έσοδα, η βιώσιμη ανάπτυξη και μια πιο δίκαιη κατανομή του εισοδήματος έχουν αποδειχθεί ανέφικτες. Σύμφωνα με στοιχεία του 2008 το 36,2% του συνολικού πληθυσμού ζει σε φτώχεια και το 12,6% είναι εξαιρετικά φτωχό.
Από τις αρχές του 1990 γίνεται μεγάλη προσπάθεια τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τον ιδιωτικό τομέα για την προώθηση του τουρισμού. Ο κυριότερος τουριστικός προορισμός του Περού είναι το Μάτσου Πίτσου στο Κούζκο, γνωστό και ως η κρυφή πόλη των Ίνκας.
Στο νοτιοδυτικό Περού στις όχθες της λίμνης Τιτικάκα βρίσκεται η λαογραφική πρωτεύουσα του Περού Πούνο και τα «πλεούμενα νησιά» Ούρος, πόλος έλξης των τουριστών που περνούν οδικώς στην Βολιβία, με την οποία το Περού μοιράζεται τη λίμνη Τιτικάκα.
Γεωγραφία
Η οροσειρά των Άνδεων εκτείνονται παράλληλα με την ακτογραμμή του ωκεανού και χωρίζουν τη χώρα σε τρεις γεωγραφικές περιοχές. Η περιοχή των ακτών, γνωστή και ως Κόστα, στα δυτικά, είναι μία στενή επίπεδη περιοχή, κυρίως ξηρή με κοιλάδες που σχηματίστηκαν από εποχικές απορροές προς τη θάλασσα. Τα υψίπεδα και η οροσειρά, γνωστά και ως Σιέρρα, είναι η περιοχή των Άνδεων, που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει και το οροπέδιο Αλτιπλάνος, καθώς και την ψηλότερη κορυφή της χώρας, το όρος Ουασκαράν με ύψος 6768 μ. Η τρίτη περιοχή είναι η ζούγκλα και το τροπικό δάσος, γνωστά και ως Σέλβα, που εκτείνεται σε επίπεδες εκτάσεις και καλύπτεται από το τροπικό δάσος βροχής του Αμαζονίου. Η Σέλβα περιλαμβάνει περίπου το 60% της συνολικής έκτασης του Περού, κατατάσσοντάς το τέταρτο ως προς την έκταση τροπικού δάσους στην επικράτειά του, μετά τη Βραζιλία, το Κονγκό και την Ινδονησία.Οι περισσότεροι ποταμοί της χώρας πηγάζουν από τις Άνδεις και απορρέουν σε συνολικά τρεις λεκάνες. Οι απορροές προς τον Ειρηνικό είναι απότομες και βραχείες, ενώ οι απορροές προς τον Αμαζόνιο είναι μακρύτερες, μεγαλύτερης παροχής και λιγότερο απότομες μετά την έξοδό τους από το ορεινό τοπίο. Επίσης, υπάρχουν και απορροές προς τη λίμνη Τιτικάκα, οι οποίες συνήθως είναι βραχείες και έχουν μεγάλη παροχή. Οι μεγαλύτεροι ποταμοί της χώρας σε μήκος είναι ο Ουκαγιάλι, ο Μαρανιόν, ο Πουτουμάγιο, ο Γιαβαρί, ο Ουαγιάγα, ο Ουρουμπάμπα, ο Μανταρό και ο Αμαζόνιος.
Κλίμα
Αντίθετα με άλλες χώρες της περιοχής του ισημερινού, το Περού δεν έχει αποκλειστικά ένα μόνο κλιματικό τύπο, δηλαδή τον τροπικό, αλλά το κλίμα του επηρεάζεται τόσο από τις Άνδεις όσο και από τα ρεύματα Χούμπολτ. Έτσι, το κλίμα της χώρας παρουσιάζει μεγάλη ποικιλομορφία μικροκλιμάτων, περιλαμβάνοντας 28 από τους 32 κλιματικούς τύπους που συναντώνται παγκόσμια (με βάση την κλιματική ταξινόμηση του Köppen).Σε γενικές γραμμές, οι ακτές παρουσιάζουν υποτροπικό κλίμα με μέτριες θερμοκρασίες, μικρά ύψη βροχόπτωσης και υψηλά επίπεδα υγρασίας λόγω της γειτνίασης με τον Ειρηνικό. Οι βόρειες ακτές είναι πιο θερμές και οι βροχοπτώσεις εδώ πιο συχνές. Αντίστοιχα, οι περιοχές των Άνδεων παρουσιάζουν ένα δροσερό και ψυχρό κλίμα, με βροχερά καλοκαίρια και πολύ ξηρούς χειμώνες. Τέλος, τα ανατολικά βαθύπεδα της λεκάνης του Αμαζονίου χαρακτηρίζονται από ισχυρές βροχοπτώσεις και υψηλές θερμοκρασίες καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, παρουσιάζοντας ένα τυπικό ισημερινό τροπικό κλίμα. Εξαίρεση αποτελούν τα νότια βαθύπεδα με δροσερό φθινόπωρο και περιστασιακές βροχές.
Οι ακτές του Ειρηνικού
Το κλίμα κατά μήκος της ακτογραμμής του Περού ποικίλλει από ημίξηρο στο βορρά και κοντά στον ισημερινό, ως ψυχρό ξηρό στο νότο. Αν και η χώρα είναι κοντά στον ισημερινό, όλη η παραωκεάνια περιοχή παρουσιάζει θερμοκρασιακές διακυμάνσεις λόγω των επιφανειακών θερμοκρασιών της θάλασσας. Η πιο θερμή περίοδος (καλοκαίρι) εντοπίζεται μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου, ενώ η ψυχρή (χειμώνας) μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου. Η ημερήσια θερμοκρασία αυξάνεται προς την ενδοχώρα.Το κλίμα των ακτών καθορίζεται κύρια από την επίδραση του ψυχρού ρεύματος Χούμπολτ, που κινείται παράλληλα με την ακτογραμμή και δεν επιτρέπει τη βροχόπτωση από τον ωκεανό. Αν το ρεύμα ήταν θερμό, η παρουσία των Άνδεων θα προκαλούσε ορογραφικές βροχοπτώσεις, όπως καταγράφονται στα βόρεια και νότια τμήματα των παράκτιων οροσειρών.
Βόρειες ακτές
Οι βόρειες ακτές του Περού, με γεωγραφικό πλάτος μεταξύ 3° και 6°Ν, έχουν διακυμάνσεις της θερμοκρασίας μεταξύ 14 °C και 38 °C. Τα καλοκαίρια χαρακτηρίζονται από θερμές, υγρές και ηλιόλουστες ημέρες, με περιστασιακές μπόρες το απόγευμα ή το βράδυ. Βορειότερα το τοπίο είναι λιγότερο ξηρό, καθώς το ρεύμα Χούμπολτ θερμαίνεται όσο πλησιάζει τον ισημερινό. Η περιοχή του Τούμπες στα σύνορα με το κράτος του Ισημερινού είναι η μόνη που παρουσιάζει κανονική εποχική διακύμανση των βροχοπτώσεων.Το συνολικό ύψος βροχής το καλοκαίρι σπάνια ξεπερνάει τα 200 χιλιοστά, με εξαίρεση τα ακραία καιρικά φαινόμενα του Ελ Νίνιο, που μπορεί να προκαλέσουν έντονες πλημμύρες με ύψη βροχής μέχρι και 4000 χιλιοστά, ειδικότερα στο πλέον βόρειο τμήμα των ακτών. Οι θερμοκρασίες κυμαίνονται μεταξύ 20–23 °C τη νύχτα και 28–38 °C την ημέρα, ενώ είναι οι μέγιστες καταγεγραμμένες σε όλη την ακτή του Περού. Οι περιοχές Τούμπες και Πιούρα είναι και οι πιο θερμές της χώρας.
Ο χειμώνας χαρακτηρίζεται από θερμές αλλά άνετες συνθήκες και παντελή απουσία βροχής.
Κεντρικές και νότιες ακτές
Οι κεντρικές και νότιες παράκτιες περιοχές, με γεωγραφικά πλάτη νότια των 6°, έχουν θερμοκρασιακές διακυμάνσεις από 8 ως 35 °C, ενώ η βροχόπτωση είναι περιστασιακή με ετήσια ύψη μέχρι 150 χιλιοστά ως και καθόλου. Το καλοκαίρι χαρακτηρίζεται από θερμές, υγρές και ηλιόλουστες ημέρες, με ελάχιστες θερμοκρασίες από 18 ως 22 °C και μέγιστες από 24 ως 30 °C. Υψηλότερες θερμοκρασίες παρατηρούνται σπανιότερα από 10 ημέρες το χρόνο, με εξαίρεση την έρημο Ίκα, όπου τα καλοκαιρινά μέγιστα μπορούν να φτάσουν μέχρι και 35 °C. Ελάχιστη ή μηδενική βροχόπτωση παρατηρείται το χειμώνα. Οι περισσότερες βροχές είναι υπολείμματα των ορογραφικών βροχοπτώσεων και καταγράφονται τις νυχτερινές ώρες. Το ύψος της καλοκαιρινής βροχόπτωσης είναι γενικά μικρότερο από 10 χιλιοστά.Ο χειμώνας χαρακτηρίζεται από νεφοσκεπείς, ψυχρές και υγρές ημέρες, με χαμηλές θερμοκρασίες. Η ακτή και η κοντινή ενδοχώρα καλύπτονται συνήθως από ένα μόνιμο στρώμα ομίχλης, το οποίο περιγράφεται με την ονομασία γκαρούα, μία χαρακτηριστική τοπική μορφή αχλύος του Περού και της βόρειας Χιλής. Σε αυτές τις ωκεάνιες περιοχές, η εποχή των βροχών είναι μεταξύ Μαίου και Οκτωβρίου. Ο υετός κυρίως εμφανίζεται ως νυχτερινό και πρωινό ψιλόβροχο με εποχικά ύψη μεταξύ 10 και 150 χιλιοστών. Η χειμερινή βροχόπτωση ευννοεί την ανάπτυξη έντονης βλάστησης στις παράκτιες λοφοσειρές, γνωστή με την ονομασία Λόμας. Αντίστοιχα, η περίοδος παρουσίας βλάστησης σε ερημικές περιοχές εντοπίζεται μεταξύ Ιουλίου και αρχών Νοεμβρίου. Οι θερμοκρασίες κυμαίνονται μεταξύ 14–18 °C τη νύχτα και 22–29 °C την ημέρα, ενώ οι χειμερινές ελάχιστες μεταξύ 15 και 23 °C και οι μέγιστες μεταξύ 8 και 15 °C. Αρκετές εβδομάδες πλήρους νεφοκάλυψης και μέγιστων χαμηλότερων από 19 °C είναι συχνό φαινόμενο μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου.
Η οροσειρά των Άνδεων
Το κλίμα των Περουβιανών Άνδεων παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ποικιλομορφία σε όλη τη χώρα. Η θερμοκρασία μειώνεται με το ύψος, ενώ κυμαίνεται από εύκρατη (με μέση ετήσια τιμή 18 °C σε χαμηλές κοιλάδες) ως και πολική (με μέση ετήσια κάτω από 0 °C στις κορυφές). Η μέγιστη θερμοκρασία παραμένει συνήθως σταθερή όλο το έτος, ενώ η χαμηλή κυμαίνεται λόγω της παρουσίας νεφών κατά την περίοδο των βροχών, που συγκρατούν τη θερμότητα της ημέρας στο έδαφος. Με την απουσία νεφών, οι νύχτες είναι ιδιαίτερα ψυχρές.Το ύψος της βροχόπτωσης κυμαίνεται τόσο ποσοτικά όσο και εποχικά. Η περίοδος των βροχών ξεκινάει τον Σεπτέμβριο και κορυφώνεται τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο, ενώ μεταξύ Μαΐου και Αυγούστου παρατηρείται μία έντονα ξηρή περίοδος με χαμηλές θερμοκρασίες. Έχει καταγραφεί μία χαρακτηριστική μεταβολή του ύψους της βροχής κατά τον νοτιοδυτικό-βορειοανατολικό άξονα με τις πιο ξηρές συνθήκες (200-500 χιλιοστά το έτος) κατά μήκος των νοτιοδυτικών Άνδεων, και τις πιο υγρές κατά μήκος των ανατολικών πλαγιών (>1000 χιλιοστά το χρόνο). Η αλληλεπίδραση μεταξύ της τοπογραφίας και της γενικής κυκλοφορίας δίνει ετήσια ύψη βροχής ως και 10000 χιλιοστά σε ορισμένες περιοχές στα ανατολικά όρια των Άνδεων. Ο υετός είναι επίσης έντονος στις οροσειρές και σε ορογενείς κοιλάδες, με τη μορφή θερμικών απογευματινών καταιγίδων. Οι λίμνες επίσης επηρρεάζουν την κατανομή της βροχής. Για παράδειγμα, η λίμνη Τιτικάκα προκαλεί νυχτερινά ανοδικά ρεύματα, τα οποία δημιουργούν έντονες βροχές πάνω από τη λίμνη, σχεδόν διπλάσιου ύψους απ' ότι στις παραλίμνιες περιοχές. Περιστασιακές καταιγίδες συνοδεύονται από συχνούς κεραυνούς, δυνατούς ανέμους και καταστροφικές χαλαζοπτώσεις, ειδικότερα κατά την εποχή των βροχών και σε μεγάλα υψόμετρα. Οι χιονοπτώσεις είναι συχνές σε ύψη πάνω από 5000 μ. αυτή την εποχή, και περιστασιακές σε ύψη μεγαλύτερα από 3800 μ. μεταξύ Μαίου και Αυγούστου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου