Όλος ο λαός ήταν χρεωμένος στους πλούσιους. Είτε δηλαδή καλλιεργούσαν τη γη και πλήρωναν σε εκείνους το ένα έκτο από τα εισοδήματα τους και ονομάζονταν γι΄αυτό εκτήμοροι και θήτες, είτε έπαιρναν δάνεια με εγγύηση το σώμα τους και γίνονταν έτσι υποχείριοι στους δανειστές τους, που μπορούσαν να τους κάνουν δούλους στον ίδιο τους τον τόπο ή να τους πουλήσουν στα ξένα. Πολλοί μάλιστα αναγκάζονταν να πουλούν και τα ίδια τους τα παιδιά -γιατί δεν το εμπόδιζε ο νόμος- ή να φεύγουν από την πόλη αναγκασμένοι από την σκληρότητα των δανειστών» (Πλουτ. Σόλων).
Ο υπερπόντιος αποικισμός του 8ου και του 7ου αιώνα π.Χ. άνοιξε νέους εμπορικούς δρόμους και συσσώρευσε σταδιακά πλούτο στα χέρια όμως των λίγων προνομιούχων ευγενών οι οποίοι τον επένδυσαν στον τοκογλυφικό δανεισμό, ειδικά μετά τον 7οαιώνα π.Χ. οπότε και η οικονομία άρχισε σταδιακά να γίνεται νομισματική. Μικροβιοτέχνες και έμποροι έχοντας ανάγκη κεφαλαίων λάμβαναν δάνεια με υποθήκη το σώμα τους και τις οικογένειες τους. Αδυναμία αποπληρωμής σήμαινε ότι ο δανειζόμενος και η οικογένεια του οδηγούνταν στην δουλεία. Και αναλογιζόμενος κανείς τους κινδύνους του εμπορίου τότε, από πειρατές μέχρι και κακοκαιρία, μπορεί να συλλάβει έστω και επιδερμικά το μέγεθος του προβλήματος που σταδιακά γιγαντωνόταν στην αθηναϊκή κοινωνία. Από την άλλη μεριά οι μικροκαλλιεργητές στραγγαλίζονταν από το δίκαιο του κράτους των ευγενών που απαιτούσε από αυτούς να δίνουν το ένα έκτο της παραγωγής τους στους ευγενείς-μεγαλογαιοκτήμονες.
Ειδικά για φτωχά εδάφη και μικρούς καλλιεργητές αυτός ήταν ένας βαρύς φόρος. Και στην περίπτωση αυτή αδυναμία καταβολής του ενός έκτου σήμαινε αυτόματα εξανδραποδισμό. Ουσιαστικά οι ευγενείς νέμονταν αυθαίρετα τα οφέλη της κοινωνικής παραγωγής και μονοπωλούσαν την πολιτική εξουσία έχοντας παγιώσει από τη μια μεριά την φεουδαλικής μορφής εξάρτηση των εκτημόρων, ενώ από την άλλη μέσω της τοκογλυφικής δανειοδότησης ήλεγχαν ουσιαστικά ολόκληρους παραγωγικούς κλάδους, από τους κάθε λογής βιοτέχνες μέχρι τους εμπόρους. Έτσι ξεκίνησε μια παρατεταμένη περίοδος κοινωνικής αστάθειας, «στάσις», με τον δήμο να ξεσηκώνεται ενάντια στους ευγενείς.
Το 594 π.Χ. οι αντίπαλες παρατάξεις κατέληξαν σε έναν ιστορικό συμβιβασμό εκλέγοντας ως άρχοντα τον Σόλωνα, έναν μετριοπαθή πολιτικό της μεσαίας τάξης. Όπως μας πληροφορεί ο Πλούταρχος ασχολούταν με το εμπόριο, ήταν πολυταξιδεμένος, ασχολούταν με την ποίηση και είχε αναδειχτεί σε ηγετική φυσιογνωμία στον πόλεμο των Αθηναίων ενάντια στους Μεγαρείς για την κατοχή της Σαλαμίνας. Συνεπώς απολάμβανε σημαντικής αναγνώρισης και σεβασμού στην αθηναϊκή κοινωνία.
«Στην πραγματικότητα, άλλωστε, ο Σόλων δεν θαύμαζε τον πλούτο ούτε ήθελε το περιττό, πίστευε όμως ότι το αναγκαίο πρέπει κανείς να το επιδιώκει. [...] Του άρεσε να ξοδεύει χρήματα και αγαπούσε τις χαρές της ζωής, για τις οποίες μιλάει στα ποιήματα του»(Πλούτ. Σόλων). Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ως πολιτικός ακολουθούσε τη «μέση οδό» αποβλέποντας μάλλον στο γενικό συμφέρον παρά στην προσωπική προβολή. Το πρώτο νομοθετικό του μέτρο ήταν η διαγραφή των χρεών, η «σεισάχθεια». «Όρισε να διαγραφούν τα χρέη που υπήρχαν ως τότε και στο μέλλον να μην δίνονται δάνεια με ενέχυρο το ανθρώπινο σώμα» (Πλουτ. Σόλων).
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς επρόκειτο για μια άμεση και βίαιη επέμβαση στα δικαιώματα των δανειστών προς όφελος της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Επίσης με νόμο ο Σόλων έθεσε ένα όριο στην κατοχή γαιών με σκοπό να περιορίσει την υπερβολική και επιβλαβή για το κοινωνικό σύνολο μεγάλη ιδιοκτησία, δίνοντας όμως εγγυήσεις στους μεγαλογαιοκτήμονες για την ασφάλεια της ιδιοκτησίας τους.
Η κίνηση αυτή έγινε μάλλον για να περιορίσει τα ριζοσπαστικά στοιχεία που απαιτούσαν αναδασμό της γης και κατανομή ίσων κλήρων (ισομοιρία). Με σύνεση ο Σόλων απέφυγε τα άκρα και ουσιαστικά περιόρισε τη μεγάλη γαιοκτησία ενώ παράλληλα απελευθέρωσε τους αγρότες και τη μικρομεσαία αστική τάξη από τον θανατηφόρο εναγκαλισμό των πλουσίων. Ουσιαστικά ο Σόλων δημιούργησε την Αττική των μικροϊδιοκτητών-οπλιτών. Ενδιαφέρον έχει η αναφορά του Πλουτάρχου στην ύπαρξη ήδη από τα χρόνια του Σόλωνα των σπεκουλαδόρων- κερδοσκόπων που καραδοκούν ανά πάσα στιγμή για να αποκομίσουν κέρδος. «Καθώς ξεκίνησε να ξεγράψει τα χρέη και ζητούσε να βρει τα κατάλληλα επιχειρήματα και τη σωστή αρχή, έκαμε γνωστό στους πιο έμπιστους και στενούς φίλους του, στον όμιλο δηλαδή του Κόνωνα, του Κλεινία και του Ιππόνικου, ότι δεν πρόκειται να θίξει τη γη, σκοπεύει όμως να καταργήσει τα χρέη. Αυτοί προτού εξαγγελθεί το μέτρο, έτρεξαν και δανείστηκαν πολλά χρήματα από τους πλούσιους και αγόρασαν μεγάλες εκτάσεις.
Έπειτα όταν δημοσιεύτηκε ο νόμος, εκείνοι εξακολουθούσαν να καρπώνονται τα κτήματα, ενώ δεν έδωσαν πίσω τα χρήματα στους δανειστές τους και έγιναν αιτία να δεχτεί ο Σόλων πολλές κατηγορίες…» (Πλουτ. Σόλων). Καθ’ όλα εύστοχη αξιοποίηση της…«εσωτερικής πληροφόρησης»! Παράλληλα προέβη και σε μια πανέξυπνη κίνηση ρύθμισης της οικονομίας. Κατέφυγε σε αυτό που οι σύγχρονοι οικονομολόγοι ονομάζουν «αναπροσαρμογή του νομίσματος». Η αργυρή μνα που πριν είχε αξία 73 δραχμών στο εξής αποκτούσε αξία 100 δραχμών. Η δραχμή δηλαδή υποτιμήθηκε. Έτσι όσοι χρωστούσαν έδιναν πίσω το ίδιο ποσό ονομαστικά, κέρδιζαν όμως ένα ποσοστό 27% από το ποσό που όφειλαν. «Έδωσε δηλαδή ο Σόλων στη μνα αξία εκατό δραχμών, ενώ προηγουμένως είχε εβδομήντα τρεις. Με τον τρόπο αυτόν εκείνοι που ξεπλήρωναν τα χρέη τους, έδιναν πίσω το ίδιο ποσό αριθμητικά, μικρότερο όμως σε αξία, και έτσι είχαν μεγάλη ωφέλεια χωρίς να ζημιώνονται εκείνοι που έπαιρναν πίσω τα χρήματα τους» (Πλουτ. Σόλων).
Σεισάχθεια
Αμέσως μετά ασχολήθηκε με την αναμόρφωση της κοινωνίας χωρίζοντας τους πολίτες σε τέσσερίς τάξεις με βάση τα εισοδήματα τους. Στην κορυφή βρίσκονταν οιπεντακοσιομέδιμνοι. Ακολουθούσαν οι ιππείς, αυτοί δηλαδή που είχαν τη δυνατότητα συντήρησης αλόγου και εισόδημα τριακόσιους μεδίμνους, οι ζευγίτες με εισόδημα διακοσίων μεδίμνων και τέλος βρίσκονταν οι θήτες. Η ταξική διάρθρωση αυτή ήταν και η βάση για τον καθορισμό των πολιτικών δικαιωμάτων των πολιτών. Παλαιότερα τα πολιτικά αξιώματα ήταν προνόμιο των ευγενών.
Ο Σόλων αντικατέστησε αυτήν την πρακτική με την αρχή της εκλογιμότητας στα δημόσια αξιώματα με βάση την περιουσία. Πάντως όλα τα αξιώματα του κράτους μονοπωλούνταν από τους πολίτες των τριών πρώτων τάξεων με αυτά του άρχοντα και του ταμία να αφορούν μόνο τους πεντακοσιομέδιμνους. Αυτού του είδους το σύστημα χωρίς να είναι δημοκρατία, οι ιστορικοί το ονόμασαν τιμοκρατία, αποτελούσε ένα σημαντικό κοινωνικό άνοιγμα που χτυπούσε ουσιαστικά το προηγούμενο καθεστώς της «κάστας». Επιπρόσθετα οι πλουσιότερες τάξεις υποχρεώνονταν να προσφέρουν ορισμένες υπηρεσίες στην πόλη τις λεγόμενες«λειτουργίες».
Τέτοιες ήταν η «τριηραρχία» δηλαδή ο εξοπλισμός πολεμικών πλοίων, η «χορηγία», η φροντίδα για την παράσταση του χορού στις εορτές κ.α. Παράλληλα ο Σόλων καθιέρωσε και την Βουλή των τετρακοσίων για την οποία λίγα πράγματα γνωρίζουμε. Ο Πλούταρχος αναφέρει πως τους τετρακόσιους της βουλής ο Σόλων «τους έβαλε να εξετάζουν κάθε θέμα πριν το λαό και να μην αφήνουν καμιά υπόθεση να πηγαίνει στη εκκλησία του δήμου, χωρίς να την έχουν κρίνει από πριν» (Πλουτ. Σόλων).
Ουσιαστικά η Βουλή των τετρακοσίων προετοίμαζε το έργο της λαικής συνέλευσης (εκκλησία), για την οποία επίσης μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε. Πάντως η εκκλησία του δήμου δεν πρέπει να ήταν περισσότερο αντιπροσωπευτική εν συγκρίσει με τις συνελεύσεις που περιγράφονται στον ομηρικό κόσμο της Ιλιάδας. Αργότερα ο Κλεισθένης αντικατέστησε τη βουλή των τετρακοσίων με μια των πεντακοσίων για την οποία όμως γνωρίζουμε αρκετά περισσότερα.
Η σπουδαιότητα της Βουλής των τετρακοσίων έγκειται στο γεγονός ότι έδωσε τη δυνατότητα στις πλατιές μάζες για πρώτη φορά να αποκτήσουν πολιτική δύναμη μέσα στην κοινότητα. Με αυτόν τον θεσμό περιόριζε ουσιαστικά και τις αυθαιρεσίες του Άρειου Πάγου, μιας γερουσίας που υπήρχε αρκετά πριν από το 600 π.Χ., και η οποία είχε σκοπό τη διαιώνιση των προνομίων των ευγενών, ενώ ένα μέρος των πολιτικών και διοικητικών εξουσιών του Αρείου Πάγου το πήρε η Βουλή των τετρακοσίων.
Πλέον, όπως αναφέρει και ο ιστορικός Simon Hornblower, «η συνέλευση είχε θεσμοθετημένη ύπαρξη. Οι συνεδρίες δεν γίνονταν επειδή έτσι αποφάσιζε κάποιος Αγαμέμνων, αλλά πραγματοποιούνταν σε επίσημη σχέση και, υποθέτουμε, υπό τον έλεγχο και την προεδρία ενός μικρότερου και αιρετού σώματος, που δεν είχε ίδιον συμφέρον στην διαιώνιση της αριστοκρατικής εξουσίας». Τέλος καθιερώθηκε και ένα λαικό δικαστήριο η Ηλιαία που συγκροτούνταν από μέλη όλων των τάξεων. Στην αρχή είχε αρμοδιότητα μόνο για τις εφέσεις εναντίον των αποφάσεων που είχαν εκδώσει οι άρχοντες. Αργότερα έγινε ο υπέρτατος κριτής όλων των διαφορών στην Αθήνα.
Με τις πολιτειακές του μεταρρυθμίσεις ο Σόλων επιθυμούσε να μετατοπίσει το ενδιαφέρον του πολίτη από το σπίτι και την οικογένεια προς την πόλη και την κοινότητα. Και έδωσε τέτοια σημασία στη συμμετοχή που θέσπισε ειδικό νόμο που ανέφερε «ότι χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα όποιος μένει ουδέτερος σε περίπτωση που θα ξεσπούσε εμφύλια διαμάχη στην πόλη. Ήθελε, όπως φαίνεται, ο Σόλων κανένας πολίτης να μη μένει αδιάφορος και ασυγκίνητος για τα δημόσια ζητήματα κοιτάζοντας μόνο πως να εξασφαλίσει τα δικά του συμφέροντα, ούτε να καυχιέται πως δεν πονά κι αυτός και δεν πάσχει με τα δεινά της πατρίδας του.
Αντίθετα, έπρεπε ο πολίτης από την αρχή να παίρνει θέση πλάι σε αυτούς που ενεργούν πιο σωστά και πιο δίκαια και να κινδυνεύει μαζί τους και να τους βοηθά, αντί να περιμένει ακίνδυνα να δει ποιος θα νικήσει» (Πλουτ. Σόλων). Παράλληλα αναθεώρησε το σύνολο του προϋπάρχοντος ιδιωτικού και ποινικού δικαίου καταργώντας αρχικά τους «αιματογραμμένους» νόμους του Δράκοντα διατηρώντας μόνο εκείνους που αναφέρονταν σε φονικά και κατήργησε τον θεσμό της προίκας. Άφηνε τον πολίτη ελεύθερο να διαθέτει την περιουσία του όπου ήθελε και απαγόρευσε να κακολογούνται οι νεκροί για να μη διαιωνίζονται οι έχθρες.
Ποινικοποίησε επίσης την αεργία με σκοπό να τονώσει την παραγωγή ενώ με νόμο επέτρεπε στον υιό να σταματάει να συντηρεί τον πατέρα του αν εκείνος δεν του είχε μάθει κάποια τέχνη. Όλα τα νομοθετήματα, τότε ονομάζονταν θεσμοί, δημοσιεύτηκαν ολόκληρα σε περιστρεφόμενους ξύλινους πίνακες, τους άξονες, στο Πρυτανείον και σε περίληψη μπροστά στη βασιλική στοά σε λίθινες τριγωνικές πυραμίδες, τις κύρβεις. Σε όλους τους νόμους του έδωσε ισχύ για εκατό χρόνια. Και επειδή πλήθος κόσμου συνέρεε να τον συμβουλευτεί για την ερμηνεία του ενός και του άλλου νόμου, προφασιζόμενος εμπορικά ταξίδια έφυγε για δέκα χρόνια ελπίζοντας ότι ο κόσμος θα συνήθιζε σταδιακά τους νόμους του.
Ο Σόλων έδωσε την ευκαιρία στις πλατιές μάζες των πολιτών για συμμετοχή στα κοινά.
Δουλεμπόριο και δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα δεν ήταν ασυμβίβαστα.
Οι μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα δημιούργησαν το πλαίσιο για την ανάδειξη του «πολίτη» και εν συνεχεία το θρίαμβο της δημοκρατίας. Σταδιακά ανοίγονταν οι δίαυλοι για την ενεργότερη συμμετοχή των πλατιών μαζών στη λειτουργία της κοινότητας. Ένας συνεχώς αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων ανήγαγε το συμφέρον της πόλεως σε ύψιστη μέριμνα, ασχέτως κοινωνικής προέλευσης. Παράλληλα η υιοθέτηση της γαιοκτητικής δουλείας για όλους τους πολίτες έκανε ευκολότερη την ενασχόληση με τα δημόσια.
Τα «πράγματα», όπως θεωρούσαν τους δούλους οι Αθηναίοι, ανέλαβαν να κάνουν τις δουλειές που πρώτα έκαναν οι πολίτες. Ο εξανδραποδισμός του πολίτη για χρέη μπορεί να απαγορεύτηκε η δουλοκτησία όμως δεν κλονίστηκε καθόλου, και θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ύπαρξη της συνέβαλε ως ένα βαθμό στη γέννηση της δημοκρατίας που όμως αφορούσε την κλειστή «ελίτ» των πολιτών. Ο οπλίτης της φάλαγγας που σε καιρό πολέμου ρίσκαρε τη ζωή του για την πόλη, αποκτούσε λόγο για τα κοινά αναβαθμιζόμενος σε καιρό ειρήνης σε πολίτη. Ο Σόλων δημιούργησε το κύτταρο της δημοκρατικής διαδικασίας, τον συμμετοχικό πολίτη που ζει και πεθαίνει με και για την πόλη του.
Ο Σόλων έβαλε σε εφαρμογή ένα πρωτόγνωρο όσο και πρωτοποριακό σύστημα κοινωνικών αλλαγών με σκοπό να επαναφέρει την κοινωνία σε μια δημιουργική ισορροπία με γνώμονα το κοινό συμφέρον των πολιτών και τη λειτουργικότητα της κοινότητας. Δεν δίστασε να έρθει σε ρήξη με το παρελθόν αλλά ούτε και με τους προνομιούχους της εποχής του. Κατενόησε ευθύς εξ αρχής πως θεμέλιος λίθος της πολιτείας των πολιτών δεν είναι το ιδιωτικό συμφέρον αλλά η κοινωνική και ταξική αλληλεγγύη.
Εφάρμοσε αυτό που σήμερα ονομάζεται «κοινωνική μηχανική» (social engineering) πριν από περίπου 2.500 χρόνια με αξιοθαύμαστη επιτυχία ανοίγοντας έτσι το δρόμο για τις μετέπειτα δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη.
Γράφει ο Μανόλης Πλούσος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου