Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Aπό το παρελθόν στο μέλλον

του Παναγιώτη Νούτσου

NΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ, «Ο ΟΡΚΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΙΚΩΝ»
Οι διαδοχικές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου 2012 καθώς και οι ευρωεκλογές του 2014 επέφεραν έναν ευανάγνωστο κλονισμό του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος της χώρας, καταρχήν, αλλά και μια πρωτόφαντη «ψαύση» της πολιτικής εξουσίας από την Αριστερά, όχι μόνο στην εγχώρια εκδοχή της, αν κρίνουμε από τον βομβαρδισμό των «προγνώσεων» για το τι θα σήμαινε το επόμενο βήμα της. Δόθηκε, επίσης, ένα καίριο χτύπημα στο δικομματισμό. Προφανώς, η εξουδετέρωση των μονοκομματικών κυβερνήσεων δεν άφησε ανεπηρέαστη και την Αριστερά που έλαβε από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης την «εντολή» πια σχηματισμού κυβέρνησης.

Όπως ήδη παρατήρησα, η δυνατότητα να έλθει η Αριστερά στην κυβέρνηση, ακόμη και αν διέθετε ως πρώτη δύναμη την πριμοδότηση των 50 βουλευτικών εδρών, δεν σήμαινε τον σχηματισμό μονοκομματικής κυβέρνησης. Το πλαίσιο μιας συμμαχικής κυβέρνησης υπονοεί τον κοινό παρονομαστή των πολιτικών θέσεων, χωρίς ωστόσο να περικόπτεται ή να αποσιωπάται το κύριο σώμα τους («Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης»). Η προγραμματική σύγκλιση θα ήταν προκαταρκτικός όρος για τη συγκρότηση μιας τέτοιας διακυβέρνησης, της οποίας η «βιωσιμότητα» θα κρίνεται σε κάθε καίρια επιλογή. Θα αποτελεί, έτσι, μια «πρωτόγνωρη» βίωση μετατροπής της κοινωνικής διαμαρτυρίας σε καθημερινή άσκηση πολιτικής. Μόνο που αυτή η μετατροπή θα εξαρτάται από την εγρήγορση του συνόλου των κοινωνικών κινημάτων που έχουν αποδεχθεί αυτή τη διαμαρτυρία και προφανώς από το διεθνή συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων, με ειδικές κατηγορίες τις «όμορες» και τις «ίδιες».
Στο πεδίο των ιδεών, που συνοψίζουν και εκλαϊκεύουν αυτή την κοινωνική διαμαρτυρία, η «αριστερή στροφή» δεν πρέπει να ταυτίζεται με τα κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται, με τις διακηρύξεις τους, ως «αντιμνημονιακά». Μια τέτοια «οριζόντια» κατόπτευση του πολιτικού τοπίου αποτελεί πρόχειρο περιγραφισμό που μετατρέπει το «μέρος» σε «όλο».
Επιπλέον, πριν από οποιαδήποτε προσπάθεια συναγωγής όμοιων γνωρισμάτων μάλλον είναι χρήσιμο να αποδεσμευθούμε από τα αρτικόλεξα: «Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο», «Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά». Δηλαδή, τόσο το πρόγραμμα όσο και η ασκούμενη πολιτική τους δεν επιτρέπουν έναν πρόχειρο συμψηφισμό παρόντος και παρελθόντος. Από την άλλη πλευρά, το εύρος και η καταγωγή των κοινωνικών ερεισμάτων των τριών αυτών «φάσεων» της εγχώριας Αριστεράς υποδεικνύει μια δυναμική που δεν περνάει απαρατήρητη ως προς τη «συνέχειά» της. Μόνο που η απόπειρα «επικαιροποίησης» του ΕΑΜ μας καθιστά, κάποτε χωρίς τη συγκατάθεσή μας, κοινωνούς του συνθήματος: «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» και διακινητές «μυθολογημάτων» για την «εναρμόνηση» της «ελληνικότητας», του «διεθνισμού», της «δημοκρατίας» και του «ουμανισμού»… Ακόμη, και για τον «εναγκαλισμό» του «Βελουχιώτη» με τον «Ζέρβα»…
Με παρόμοιο τρόπο τόσο η καταγγελία των «ξένων κέντρων» όσο και η επίκληση της ελληνικής «ιδιοτυπίας», πράγματι μπορούν να εκτοξεύονται «κι από τη δεξιά κι από την αριστερά πτέρυγα» της Βουλής. Μόνο που οι όποιες «ιδιο-μορφίες», χρόνιες ή συγκυριακές, δεν αίρουν την κεφαλαιοκρατική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας. Απλώς την καθιστούν συγκεκριμένη, σε τόπο και χρόνο.
Ορισμένα «διλήμματα» είχαν και έχουν τόσο υπαρκτό αντίκρισμα όσο και «μυθοποιητικό» πέπλο. Μέσα ή έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικότερα από την Ευρωζώνη. Προφανώς, δεν είναι χωρίς αιτιολογία ο «ευρωσκεπτικισμός», ιδίως λόγω του τρόπου με τον οποίο επιτεύχθηκε η νομισματική ενοποίηση σειράς κρατών- μελών. Δηλαδή, με την εγκαθίδρυση ενός θεσμικού πλαισίου υπερεθνικής κυριαρχίας που μέσω της οικονομικής ζωής κατέστη γερμανική επικυριαρχία. Προφανώς κι εδώ το ζήτημα είναι πώς οι προτεραιότητες της «πολιτικής λογικής» θα υπακούουν στα αιτήματα της «κοινωνικής λογικής» του «Ευρωπαίου- πολίτη», σε μια διεκδίκηση που δεν αφήνω απέξω τους Έλληνες και τις Ελληνίδες. Γιατί η χώρα τους δεν αποτελεί το «μοναχοβάπορο» του Αιγαίου, με την υπερτίμηση των «ιδιο-μορφιών» που δήθεν προεξοφλούν ξαφνικά στο καταχείμωνο την «ελληνική άνοιξη»…
Έτσι η Αριστερά τώρα από τη μια πλευρά «αυτοκαθαίρεται» (από τη διεργασία αυτή δεν εξαιρώ όσους ανευρίσκουν τον «αδύναμο κρίκο» αποκλειστικά ή κατά προτεραιότητα στη χώρα τους) και από την άλλη διευρύνει τους διαύλους συνεργασίας με τα ανά τον κόσμο αναπτυσσόμενα κοινωνικά κινήματα, από το Occupy της Νέας Υόρκης έως το Blockupy της Φραγκφούρτης. Το κύριο γνώρισμα της αγωνιστικής της πρακτικής, και εδώ και σ’ όλον τον κόσμο, είναι πώς να ανατραπεί η διαρκής κερδοφορία του κεφαλαίου που οδηγεί την πλειονότητα των πολιτών να υφίσταται εξοντωτική μείωση των εισοδημάτων τους. Με δυο λόγια, πώς θα σμικρύνει το χάσμα ανάμεσα σ’ αυτούς που παράγουν και σ’ εκείνους που ιδιοποιούνται το πλεόνασμα, με την ανατροπή του «λόγου της υπεραξίας προς την αξία της εργατικής δύναμης». Ακριβώς, για την εξάλειψη της «δουλικής υποταγής των ατόμων» στον καταμερισμό της εργασίας και με την ίδια την εργασία να έχει καταστεί «όχι μόνο μέσο ζωής, αλλά η πρωταρχική ανάγκη ζωής». Μόνο πέρα και πάνω από το «κράτος της αναγκαιότητας» θα αρχίσει να τελείται η «ανάπτυξη των ανθρωπίνων δυνάμεων» που θα ισχύει ως «αυτοσκοπός» (κατά τον τρίτο τόμο του Κεφαλαίου). 
Ο Παναγιώτης Νούτσος διδάσκει κοινωνική και πολιτική φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: