Σε αυτούς που δεν χάνουν την πίστη τους εμπρός στην ασθένεια
Ο Νικόλας, το σωτήριον έτος 1920 ήταν έφηβος και ζούσε με τον πατέρα του Ανδρέα, τη μητέρα του Καλλιόπη, την αδελφή του Παναγιώτα και τον αδελφό του Βασίλη στο Μπιζάνι της Βαλύρας.
Ήταν ένα ψηλό και λιγνό παλικάρι, πολύ οξυδερκής αλλά λίγο νευρικός. Το μόνιμο πρόβλημά του ήταν το στομάχι του, γιατί όλη την ένταση που βίωνε και το καθημερινό άγχος το εκτόνωνε εσωτερικά και ταλαιπωρούσε τον εαυτό του, με την εσωστρεφόμενη επιθετικότητα που τον διέκρινε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να λάβει κανονικά τη τροφή του ,γιατί είχε παλινδρόμηση στομάχου και παρουσίαζε δυσανεξία σε ορισμένες τροφές, κυρίως λόγω ψυχοσωματικών παραγόντων. Η μητέρα του προσπαθούσε πολύ να του ετοιμάσει ό,τι το καλύτερο και γευστικότερο είχε στη διάθεσή της, αλλά εκείνος έτρωγε μόνο μια μπουκιά με το ζόρι ,για να κρατηθεί στη ζωή.
Τι να κάνει η κυρά Καλλιόπη, έλιωνε τις τροφές με τον χειροκίνητο μύλο που είχε από τον καιρό που τα παιδιά της ήταν βρέφη και τον τάιζε με χίλια παρακάλια ,κουταλιά κουταλιά. Κάποτε, παρά όλες της τις προσπάθειες της ,ο Νίκος κρατούσε το στόμα του κλειστό και δεν δεχόταν τίποτα. Εκείνη εκνευρισμένη, αφού τον παρακαλούσε για δυο συνεχείς ώρες να φάει, πήγε και έριξε στο γουρούνι το φαγητό. Έκλαψε μπροστά στο εικόνισμα και παρακάλεσε τον Θεό να ανοίξει το στόμα του παιδιού της, να καλυτερέψει το στομάχι του και να δέχεται ευχάριστα τη τροφή του.
Καθώς προσευχόταν, της ήρθε στον νου να βράσει μαυρομάτικα φασόλια, είχε εν τω μεταξύ βράσει και λίγα παντζάρια, που καλλιεργούσε στον κήπο της. Έβρασε μισό κιλό φασόλια σκέτα, αφού τους άλλαξε μία φορά το νερό καθώς έβραζαν για να φύγει η πικράδα, τα αλάτισε ελαφρά, τους έριξε λίγο ελαιόλαδο και τα έλιωσε καλά στον μύλο. Καθώς τα έλιωνε, πήρε λίγο ζεστό νερό από τα παντζάρια, έριξε κι έναν ψιλοκομμένο βολβό μέσα στα φασόλια και τα άλεσε πολύ καλά, ώστε έφτιαξε μία κρέμα φασολιών και παντζαριών, σαν άλειμμα για επάνω στο ψωμί. Δοκίμασε τη δημιουργία της και πρόσθεσε λίγο χυμό λεμονιού. Το φαγητό απογειώθηκε γευστικά, τόσο, που ήθελε η ίδια να το φάει μονομιάς. Γέμισε ένα άσπρο βαθύ πιάτο, έβαλε σε ένα καλαθάκι μαλακές, λεπτές φέτες ζυμωτό ψωμί και πήγε και το άφησε εμπρός στο τραπεζάκι του γιου της, με ένα μαχαιράκι για άλειμμα. Εκείνος από περιέργεια το δοκίμασε, του άρεσε δε τόσο, ώστε ξέχασε το πρόβλημα με το στομάχι του και το έφαγε σχεδόν όλο!
-Τι καλό και ορεκτικό είναι αυτό που έφτιαξες μάνα; ρώτησε ενθουσιασμένος.
Τι να του πει η κυρά Καλλιόπη, αυτό είναι παιδί μου μία “ευλογημένη φάπα” του είπε, δηλαδή φα, από το φασόλι και πα ,από το παντζάρι. Ουσιαστικά μια φάπα ήθελε να του ρίξει από τα νεύρα της, αλλά την αποζημίωσε ο Θεός με το γευστικό της δημιούργημα.
Το μαυρομάτικο φασόλι έχει μέσα φυτική πρωτεϊνη και σε συνδυασμό με το ψωμί και το ελαιόλαδο, ανακατεμένο με λίγο λεμόνι και αλάτι ,βοήθησε τον Νικόλα να πάρει μπρος το στομάχι του, να λειτουργήσει καλύτερα το έντερο του και να αισθανθεί δυνατός, με τις ευλογίες του Θεού!
Από τότε άνοιξε η όρεξή του, έτρωγε καλύτερα και συχνά ζητούσε μία “ευλογημένη φάπα”, γιατί δεν είχε καταλάβει ότι η συνταγή ήταν της μητέρας του.
Μετά από μερικά χρόνια μετανάστευσε η οικογένεια στη Βοστόνη, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα.
Σε μία εκδρομή στη Νέα Υόρκη, όπου πήγε ο Νίκος με τους φίλους του, παρουσίασε πρόβλημα με τα υγρά του στομάχου κατά τη διαδρομή. Όταν κάθισαν με την παρέα του να φάνε σε ένα Ελληνικό εστιατόριο , εκείνης της προπολεμικής εποχής, ο Νίκος ζήτησε “ευλογημένη Greek φάπα”! Ο σερβιτόρος δεν κατάλαβε και του έφερε ένα πιάτο με φάβα.
-Όχι φάβα είπε, φάπα φάπα θέλω, που είναι ροζ , έχει το χρώμα από το παντζάρι.
Ο Σερβιτόρος πήγε στο αφεντικό του, του εξήγησε το πρόβλημα που είχε με τον συγκεκριμένο πελάτη, του είπε ότι του ζητάει μία ροζ φάπα και δεν ξέρει τι να κάνει. Ο ιδιοκτήτης και σεφ πήγε κατευθείαν στο τραπέζι του Νίκου και της παρέας του και ρώτησε:
-Ποιος από σας κοροϊδεύει τον σερβιτόρο μου και έχουμε πολύ δουλειά στο μαγαζί σήμερα;Ποιος θέλει “ροζ φάπα” να φέρω μία μαγείρισσα εξηγημένη, που έχω στη κουζίνα να του τη ρίξει!
-Κύριε, μία “ευλογημένη φάπα” ζήτησα, είπε ο Νικόλας.
-Κατάλαβα, όχι ροζ, άλλαξες άποψη, θέλεις φάπα από παπά, δεν διαθέτουμε ,είπε ειρωνικά ο σεφ.
-Κύριε ,δεν καταλάβατε, φασόλια μαυρομάτικα με παντζάρι, λιωμένα σαν την φάβα ζήτησα.
-Κι αυτό το λέτε “ φάπα” εσείς;
-Όχι φάπα απλώς, “ευλογημένη φάπα” το λέμε στη Βαλύρα, απάντησε ο Νίκος.
Ο Νικόλας δίδαξε την ευλογημένη φάπα στα παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα του, ώστε σήμερα την απολαμβάνουμε όταν θέλουμε να νηστέψουμε, να αποτοξινωθούμε από τη λήψη κρεάτων, να αισθανθούμε υγεία και ευεξία και να αντιμετωπίσουμε τυχόν στομαχικές ενοχλήσεις. Πάνω από όλα είναι ένα υπέροχο , πολύ γευστικό ορεκτικό, το οποίο μπορεί κάλλιστα να συνοδεύσει τα καθημερινά μας γεύματα, ιδίως αλειμμένο πάνω σε ζεστό ζυμωτό ψωμί , ψημένο σε ξυλόφουρνο, στις παλιές αυλές της Βαλύρας. Υγιαίνετε!
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η.Κοντοπούλου
18/8/2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου