Αφιερωμένο στους μαθητές του Δημοτικού Σχολείου της Βαλύρας
Ένα χρόνο πριν την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο λόγιος δικαστής , ιστοριογράφος και ποιητής Ιωνάς Κεφάλας, σε ηλικία 65 ετών, ξεκίνησε από το χωριό του τη Λάμπαινα για να επισκεφθεί το Δημοτικό Σχολείο της Βαλύρας και να γνωρίσει τον κατά 15 χρόνια μικρότερό του Διευθυντή ,τον κύριο Νικόλαο Νιφόρο, για τον οποίο είχε ακούσει πολλά και θαυμαστά. Το φορτίο του ήταν βαρύ και ασήκωτο, γιατί ως Οδυσσέας, επιστρέφοντας στο χωριό του το 1926, έφερε μαζί του κι ένα σεντούκι γεμάτο γνώσεις, εμπειρίες ,δόξα και τιμή, αλλά και πολλές αμαρτίες. Ήταν η γνώση αλλά και η φθορά, μέσα από την ανάμιξή του στα πολιτικά, νομικά , πολεμικά και κοινωνικά δρώμενα της εποχής του, εντός και εκτός Ελλάδος, που θα χρειαζόμασταν πολλά τετράδια και μήνες για να τα καταγράψουμε και αναλύσουμε.
Η Βαλύρα ήταν γνωστή στον Ιωνά, γιατί από τα παιδικά του χρόνια αποτελούσε μέρος της δραπέτευσης από τη σχόλη και τη σκληρή εργασία, ήταν αυτό που οι μαθητές αποκαλούν χαρά της εκδρομής και ονειροπόληση, ανάπαυλα , γλυκιά περισυλλογή και ευχάριστη πρόβλεψη του μέλλοντος ,που αναμένεται να έλθει ελπιδοφόρο και να ωριμάσει το παιδί σε άντρα, τον άριστο μαθητή σε καταξιωμένο επιστήμονα και τον εξαρτημένο γιο, διαβιούντα υπό την οικογενειακή εστία, σε επιτυχημένο εργαζόμενο , ευσυνείδητο πολίτη και κοινωνικά αναγνωρισμένο.
Δεν άργησε να φθάσει στο Δημοσχολείο της Βαλύρας. Αφού τον υποδέχτηκαν αριστερά στο προαύλιο οι ανθισμένες ακακίες και οι πασχαλιές, ανέβηκε τα σκαλοπάτια της εισόδου με την ψηλή και αγέρωχη κορμοστασιά του, έσυρε τη βαριά , διπλή ξύλινη πόρτα, προχώρησε με βήμα σταθερό στον διάδρομο αριστερά, ώσπου βρέθηκε στο γραφείο του διευθυντή.
Ο κύριος Νικόλαος Νιφόρος, λόγιος δάσκαλος, κανονικού αναστήματος, αλλά υψηλού θρησκευτικού, εκπαιδευτικού , κοινωνικού και πατριωτικού φρονήματος ,διευθυντής του Σχολείου, τον υποδέχτηκε με ιδιαίτερη χαρά, μάλιστα του ζήτησε ,αν μπορούσε εκ του προχείρου, να μιλήσει στους μαθητές του σχολείου για να τον γνωρίσουν και να οικοδομηθούν από την μοναδική ευκαιρία της επίσκεψής του, που ο Θεός ήξερε πότε και αν ποτέ θα τον ξανάβλεπαν, αφού τα πράγματα εξελίσσονταν αβέβαια στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στη Γερμανία και την Ιταλία, και η Ελλάδα ήταν προ των θυρών του Πολέμου.
Ο Ιωνάς αποδέχθηκε ευχαρίστως τη πρόσκληση και πρόκληση, άλλωστε η αγάπη του για τους μελετηρούς και ιδιαίτερα εύστροφους μαθητές ήταν πολύ μεγάλη, γιατί του θύμιζαν τον εαυτόν του και τον αγώνα του κατά τη παιδική και εφηβική του ηλικία.
Ευθυτενώς και με χαμόγελο, φιλόστοργα και πατριωτικά, μίλησε στους μαθητές και τους εξέπληξε με την ευγλωττία του, ώστε όλοι μετά την ομιλία του ήθελαν να του μοιάσουν!
Στη μνήμη τους εντυπώθηκε ότι ο σωστός άνθρωπος πρέπει να πληροί τα ακόλουθα:
Να είναι ευγενής στους τρόπους του και να σέβεται τους άλλους, χωρίς να καταπατά τα δικαιώματά τους.
Να είναι ευεργετικός προς όλους και πρόθυμος, όταν οι άλλοι έχουν ανάγκη.
Να πράττει ό,τι μπορεί για όλους.
Να είναι φίλος της αρετής και εχθρός της κακίας.
Να είναι σεμνός και ενάρετος, χωρίς να υπερηφανεύεται για τον εαυτόν του.
Να είναι επιμελής μαθητής, φιλομαθής , φιλοπρόοδος και φιλότιμος.
Να είναι αγαπητός στους συμμαθητές και δασκάλους του.
Να σέβεται τη θρησκεία, τη πατρίδα , την οικογένεια και τη γενέτηρά του.
Να είναι φιλόπατρις , να μάχεται υπέρ πατρίδος.
Η ψυχή του να είναι αγαθή, χωρίς πονηριά και πάθη όπως είναι το ψέμα , η ζήλια , η υστεροβουλία και η κακία.
Να φροντίζει το περιβάλλον και να συμμετέχει ομαδικά, και κοινωνικά, με ιδιαίτερη ευχαρίστηση.
Κι όλα αυτά διότι:
Το πνεύμα το ευρέως καλλιεργημένο γοητεύει και σαγηνεύει.
Ο καλλιεργημένος άνθρωπος απολαμβάνει αγάπης και αμέριστης υπόληψης.
Τον θαυμάζουν και τον τιμούν για την ευφυϊα και την καλοκαγαθία του.
Η κοινωνία τον αναγνωρίζει ως πολύτιμο μέλος της.
Η πατρίδα τον τιμά ως γνήσιο τέκνο της.
Η γενέτηρά του αναδεικνύεται και είναι υπερήφανη γι΄ αυτόν.
Οι γονείς του βιώνουν την υπέρτατη ευτυχία για τους κόπους και τις θυσίες της ανατροφής του παιδιού τους.
Και ο ίδιος αισθάνεται αυτοκαταξίωση, γιατί πέτυχε τους υψηλούς στόχους του, που αγωνιζόταν από μικρό παιδί , με πολλές θυσίες για να πραγματοποιήσει.
Αφού έχασαν μια ολόκληρη ώρα οι μαθητές από τα Μαθήματά τους γιατί τον αγκάλιασαν και τον απασχόλησαν με τις ερωτήσεις τους, ο διευθυντής Νιφόρος ,άκρως ικανοποιημένος ,του πρότεινε αν ήθελε να γευματίσουν μαζί μετά το σχολείο στο σπίτι του ,και ο Ιωνάς δέχτηκε ευχαρίστως.
Αφού γεύτηκαν τα θεσπέσια αιδέσματα, της κυρίας Νιφόρου , η οποία ήταν μία πολύ διακριτική οικοδέσποινα, τους άφησε μόνους να συζητήσουν μεταξύ τους, αφού σύντομα διαπίστωσαν ότι η νοητική ταύτιση, και όχι μόνο, ήταν δεδομένη .
Κι όχι μόνο συζήτησαν και ενέπνευσε ο ένας τον άλλο σε υπέρτατο βαθμό, αλλά μία ειλικρινής φιλία εδραιώθηκε μεταξύ τους, που τους θωράκισε στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν, κατά τη σκοτεινή περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στη συνέχεια του εμφυλίου αλληλοσπαραγμού.
Ο Ιωνάς, ενθουσιασμένος με τους μαθητές της Βαλύρας, έγραψε το ακόλουθο ποίημα, το οποίο με την πρώτη ευκαιρία έστειλε ως ευχαριστήριο δώρο στον διευθυντή Νιφόρο κι εκείνος αντίστοιχα το τοποθέτησε σε ακριβή κορνίζα της εποχής και το ανήρτησε στην πιο περίοπτη θέση στον τοίχο του γραφείου του, κάτω από την εικόνα της Παναγίας.
Το ποίημα του Ιωνά Κεφάλα,το οποίο έγραψε στη Λάμπαινα στις 23 Απριλίου το 1939 , όπως διαβάζουμε στα πολύτιμα ιστορικά αρχεία του ιστοριοδίφη, καθ. Ιωάννη Λύρα ,το δημοσίευσε ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος Θεμελής, (Τεύχος, 366, Οκτ. 1977,σελ.139) και είναι το ακόλουθο:
Γόητρα, Θέλγητρα και Φίλτρα του Χωρίου Βαλύρα
Αφιερούται φιλοστόργως και πατριωτικώς προς άπαντας τους φιλοτίμους, φιλοπάτριδας, φιλοπρόοδους και φιλομαθείς μαθητάς του Δημοσχολείου Βαλύρας.
Χωρίον μου ονομαστό
λαμπρό και ζηλεμένο
θελξήνοο και θαυμαστό,
ιστορικό και σεβαστό
εις τα χαρτιά γραμμένο
και κοσμοξακουσμένο.
Το όνομα σου με δονεί
η θέα σου με θέλγει
η δόξα σου σε συγκινεί
κι ο νους μ΄για σε αδημονεί
διαρκώς για σε μου λέγει
κι από εσέ δεν φεύγει.
Την ευτυχία σου ποθώ
και την ευχή σου θέλω
για σε απαύστως προσπαθώ
δουλεύω και δεινοπαθώ
και ναποθάνω μέλλω
για σέ, σου αναγγέλλω.
Κι όταν εγώ εργάζομαι
κι όταν εγώ κοιμούμαι,
διαρκώς εσέ στοχάζομαι,
κι όταν ακόμη βιάζομαι,
σε πάντοτ΄ενθυμούμαι
και σένα συλλογούμαι.
Βαλύρα μου χωριό κλεινό,
ο νους μου σε θαυμάζει,
για τ΄όνομά σου το τερπνό
μ΄εμπνέει, μ΄ενθουσιάζει
και υψηλά στον ουρανό
το πνεύμα μ΄ανεβάζει.
Δημόσιος δρόμος σε κοσμεί
ήλεκτρο σε φωτάει,
σιδηροδρομική γραμμή
πλησίον σου περνάει
και κάθε τραίνο με ορμή
θερμώς σε εξυπνάει (χαιρετάει).
Ξεύρω τους οίκους, τους ναούς,
καλύβας αγροικίας,
τους κήπους, δρόμους και αγρούς,
ράχες τοποθεσίας,
πηγάδια, βρύσες και γκρεμούς
περιβόλια και γωνίας.
Τους ανθρώπους σου εκτιμώ,
τους τρόπους των κυττάζω,
τα έθιμά των επαινώ,
τα ήθη των θαυμάζω,
τας αρετάς των εξυμνώ
κακίας δεν σκαμπάζω.
Οι κάτοικοί σου με σειρά
στους μύλους σου προστρέχουν
κ΄οι μυλοθροί αργά-γοργά
τα σιτητρά αλέθουν,
και μ΄απερίγραπτη χαρά
τα τέκνα σου διατρέφουν.
Ο Μαυροζούμης δεξιά
τους κήπους σου ποτίζει
και τους καρποφορίζει,
κι ο Πάμισος αριστερά
τους κάμπους πλημμυρίζει
κι έτσι τους λιπαρίζει.
Ο Κάκαβος πανωμεριά
σαν δαίμονας βροντάει
η Δέση εις την μεσαριά
τον ρουν του συγκρατάει
κι η Γέφυρα κάτω μεριά
την κοίτην διασκελάει.
Όλους τους φίλους σου τιμώ,
σέβομαι ταις αρχαίς σου
και ευσεβάστως προσκυνώ
τους άγιους τους θεούς σου
τους ιερούς ναούς σου.
Αγιοθανάσης σου μιλεί
Αγιάννης σου φωνάζει
Αγιο Δημήτρης σου λαλεί
Αγία Τριάς σε τυράζει.
Η Παναγιά σε προσκαλεί
Βαλτοκκλησιά κραυγάζει
Ο Άγιος Βλάσσης σε καλεί
κι ο Αγιώργης σε διατάζει
κι απ΄την αγάπη τη πολλή
τα τέκνα σου αρπάζει.
Σαν αμαζόνα του Βοριά
την κεφαλήν ορθώνεις
πάνω στης Τσούρκας την πλαγιά,
και στης ιδίας την ποδιά,
τα πόδια σου τεντώνεις,
κι αριστερά και δεξιά
τα χέρια σου απλώνεις.
Η Σκάλα σε επιτηρεί
και η Γύρα σ΄εποπτεύει
η Θώμη σε περιφρουρεί
κι η Εύα σ΄εφορεύει,
και η Λάμπαινα η καψερή
με ζήλεια σε παρατηρεί
τα φίλτρα σου ζηλεύει.
Χωρίον μου σε αγαπώ
γιατ΄είσαι συ κοιτίς μου,
πώς άλλως θέλεις να στο ειπώ;
Για σένα γω περισκοπώ
γιατ΄είσαι συ πατρίς μου,
ζωή, χαρά κ΄ελπίς μου.
Εδώ την πρώτην μου πνοήν
την έλαβα να ζήσω
και την εσχάτην μου πνοήν
εδώ θα την αφήσω,
ως και την όλην μου ζωήν
για σε θα δαπανήσω.
Ω! Να ο οίκος της ευχής
ιδού και το Σχολείον,
της πειθαρχίας, διδαχής
κι ανατροφής χαλκείον
να κι ο Ναός της προσευχής
και το Νεκροταφείον.
Εάν τυχόν ευνοηθώ
στον κύκλο της ζωής μου,
μ΄αξίωμα να τιμηθώ
στα χρόνια της ακμής μου,
ομνύω και σε βεβαιώ
στον λόγο της τιμής μου
πως δεν θα περηφανευθώ
αγαπητή πατρίς μου,
ούτε και θα σ΄ απαρνηθώ
έως έσχατης πνοής μου.
Κι αν ποτ΄ η αύρα του νοτιά
φυσήση κατά μένα,
κι έτσι με παν στην ξενιτιά
της τύχης τα γραμμένα,
όμως του νου μου η ματιά
και της καρδίας μου τ΄αυτιά
με δάκρυα ποτισμένα,
και της ψυχής μου η φωτιά
θάναι διαρκώς στραμμένα,
χωριό μου προς εσένα,
ω, ναι πατρίς προς σένα!
Η επόμενη σημαντική συνάντηση του Ιωνά Κεφάλα ήταν με ορισμένους αριστούχους μαθητές, οι οποίοι ως απόφοιτοι του Δημοσχολείου της Βαλύρας , μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, στις αρχές του 1950 , πήγαν για να τον συναντήσουν στο Μοναστήρι του Βουλκάνου.
Ο Ιωνάς εκάρη μοναχός το 1940 , όταν ήταν 66 ετών, και αφοσιώθηκε στην Υπεραγία Θεοτόκο. Ως δικαστής στην Χαλκίδα, σε ηλικία 46 ετών, αναγκάστηκε να φονεύσει δύο δικηγόρους και να παραμορφώσει έναν τρίτο , οι οποίοι πλαστογράφησαν τους φακέλλους στο δικαστήριο και δεν του παρέδιδαν τους κανονικούς . Καταδικάστηκε σε φυλάκιση 20 ετών αλλά μειώθηκε η ποινή του σε 3 έτη και αποφυλακίστηκε, λόγω της τεράστιας νομικής του κατάρτισης και προσφοράς του προς το Δημόσιο ,αφού συνέταξε το 1925 , σε διάστημα 20 μόνον ημερών τους νέους νόμους της Ελλάδος, με την παράκληση του τότε υπουργού της Δικαιοσύνης ! Η τραγική κατάληξη της λαμπρής καριέρας του πλήγωσε βαθύτατα τον ψυχισμό του και την ηθική του συνείδηση. Επέστρεψε στο χωριό του, στη Λάμπαινα, ασχολήθηκε μέχρι τα 66 του χρόνια με τη συγγραφή της ιστορίας της Μεσσηνίας από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες του ,και με τη ποίηση. Όμως , ο βαθύτερος εαυτός του κραύγαζε προς την μητέρα του Φωτός, στην Υπεραγία Θεοτόκο:
Άκου κι εμέ τον δύσμοιρο και καταποντισμένο
εις άβυσσον αμαρτιών κ΄εις πέλαγος δεινών
και σώσε με τον έωλο και καταβυθισμένο
εις βάθος δυσθεώρητο ανομιών στυγνών.
Εκεί που πίστευε ο φιλομαθής Ιωνάς ότι ο σωστός Χριστιανός πρέπει να είναι αγνός και ευσυνείδητος, πιστός στην Παναγία και να της προσφέρει σεμνά και αναντίρρητα λιβάνι, χρήμα και κερί, έμελε να διδαχτεί ότι αυτό που χρειαζόταν ουσιαστικά η Μεγαλόχαρη ήταν να απολέσει την ψυχή του για τον Κύριο! Να αφήσει πίσω τον άλογο νου του για να φωτιστεί και να καταστεί έλλογος εν Θεώ. Να αντιληφθεί ότι η ανθρώπινη σοφία δεν είναι τίποτα παραπάνω από μωρία ενώπιον του Θεού και ο δικαστής είναι ένα παραπληροφορημένο νήπιο ανθρώπων, εμπρός στο κατ΄ ομοίωση με τον Θεό και Πατέρα μας. Όμοιος σεαυτώ γίνου ,έλεγε ο Θαλής ο Μιλήσιος, γνώθι σαυτόν είπε ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας, όπως άλλωστε αυτό έγραφε και η μετόπη του Ναού των Δελφών. Ο Ιησούς Χριστός είπε , “Μακάριοι οι Πτωχοί τω Πνεύματι ότι αυτών εστίν η Βασιλεία των Ουρανών” , στον πρώτο από τους εννέα μακαρισμούς, στην επί του όρους ομιλία.
Κι ενώ ο μοναχός Ιωνάς ανέλαβε ως διακόνημα στο Μοναστήρι τη ξενάγηση και τη διερμηνεία των επισκεπτών, ο αγώνας του για 17 συνεχή έτη, μέχρι που απεβίωσε στις 17 Ιανουαρίου το 1957, ήταν να γνωρίσει τον αληθινό εαυτό του. Να αντιληφθεί ότι ο Θεός ζει μέσα του και με τον αλόγιστο εγωϊσμό του Τού είχε χρεώσει πολλές αμαρτίες και πάθη, μέχρι και φόνους.
Όταν τον συνάντησαν ξανά, μετά από 14 χρόνια, οι μαθητές του Δημοσχολείου της Βαλύρας ,πίστεψαν στην αρχή ότι είχε γεράσει, αλλά όταν τον πρόσεξαν καλά διαπίστωσαν ότι έλαμπε ολόκληρος. Μιλούσε διαφορετικά, χωρίς στόμφο, με ψυχική γαλήνη και περισσότερο θρησκευτικό παρά πατριωτικό συναίσθημα. Όχι βέβαια ότι αγαπούσε λιγότερο την πατρίδα του, αλλά ήταν πραγματικά σοφός, μόνο που εκείνος πλέον πίστευε ότι είναι ο πιο αμαρτωλός από όλους τους άλλους γύρω του, όπως ο Απόστολος Παύλος.
Μετά τον Εσπερινό, εκείνο το αξέχαστο , Ανοιξιάτικο απόβραδο, κανένας δεν τίμησε το δείπνο του πατρός Γρηγορίου,που είχε αναλάβει το διακόνημα του μάγειρα στη Μονή. Όλοι καθισμένοι κάτω από έναν τεράστιο ευκάλυπτο, όπως ο Χριστός με τους δώδεκα μαθητές του, συζήτησαν και ανέλυσαν διεξοδικά το Μακάριοι οι Πτωχοί τω Πνεύματι.
Ο Ιωνάς ξεκίνησε τη γαλούχηση των μαθητών αναφερόμενος στον Απόστολο Παύλο ,ο οποίος από Σαούλ κατέστη θεοφώτιστος Απόστολος του Κυρίου. Όπως εκείνος ήταν αμαρτωλός, έτσι και ο Ιωνάς. Κι αφού ο Παύλος είχε μία δεύτερη ευκαιρία από τον Θεό, ούτως ήλπιζε και ο ίδιος. Ο Παύλος στις επιστολές του Α΄Κορ.15,7-9, Εφεσ.3,8 και Α΄Τιμ.1,15, παραδέχεται αρχικά ότι είναι ο έσχατος των Αποστόλων. Στη συνέχεια λέγει είμαι ο έσχατος των ανθρώπων και στο τέλος είμαι ο έσχατος των αμαρτωλών. Αυτό είναι το κλειδί για τη σωτηρία της ψυχής ,εξήγησε ο μακαριστός Ιωνάς, σε αντίθεση με τους γραμματείς και Φαρισαίους, που ήταν καθ΄ όλα τέλειοι, αλλά σταύρωσαν τον Χριστό. Ο εγωϊσμός και η υπερηφάνεια εμποδίζουν τον άνθρωπο να δει τον εαυτό του πραγματικά. Μέσα από την ταπείνωση επιτυγχάνονται πολλά, τους εξήγησε ο δεινός λόγιος και θεοφώτιστος μοναχός, όπως:
-Η Ηθική αυτογνωσία. Αντιλαμβανόμαστε με διάκριση τι είναι ηθικά σωστό και τι όχι.
-Η συνειδητοποίηση της αμαρτωλής μας κατάστασης. Αντιλαμβανόμαστε ποιες είναι οι αμαρτίες μας.
-Οι ροπές προς τα πάθη μας καθίστανται αντιληπτές , γιατί εξετάζουμε τον εαυτό μας αμερόληπτα.
-Έρχεται στην επιφάνεια το ακάθαρτο υποσυνείδητό μας. Ό,τι έχουμε απωθήσει βαθιά μέσα μας και μας απειλεί το συνειδητοποιούμε.
-Αντιλαμβανόμαστε τα ακάθαρτα συναισθήματα και τις επιθυμίες μας.
-Αρχίζουμε να ασκούμε έλεγχο στα πάθη μας.
-Με γνώμονα τον Θεό, που είναι ο πραγματικός μας εαυτός, προσπαθούμε να προσεγγίσουμε το κατ΄ ομοίωση.
Ο Θεός μάς τα δίνει όλα, καθώς και μακρύ σχοινί για να πνιγούμε μόνοι μας, να ταλανιστούμε , να παλέψουμε με το κακό και να αποκτήσουμε διάκριση, ωριμάζοντας σε αυτή τη μαθητεία της πρόσκαιρης ζωής μας, είπε ο Ιωνάς.
Ο διάβολος ήταν ένας καλός Φαρισαίος , καθόλα εντάξει, μόνο πού ήταν πολύ υπερήφανος. Δεν ήθελε να μοιάσει στον Θεό, αλλά να στήσει θρόνο δίπλα Του, γι΄ αυτό εξέπεσε στην σκοτεινή άβυσσο. Και συνέχισε ο μακάριος μοναχός:
Στον 18ο ψαλμό λέγει ο Δαβίδ, Κύριε εκ των κρυφίων μου καθάρισόν με , δηλαδή από αυτά που είναι κρυμμένα μέσα μου (ψαλμ.18,13).
Η οδός της ταπείνωσης δεν είναι κάτι που πρέπει να ακολουθήσουμε, αλλά μόνο αν έχουμε την προαίρεση και την επιθυμία , αποδεχόμαστε την ταπείνωση και την εξελίσσουμε ως αρχή στην ζωή μας. Ο Ζιγαβηνός , αναλύοντας το “πάσα γαρ αρετή τω εκουσίω χαρακτηρίζεται” , υποστηρίζει ότι ο Θεός μετράει την αρετή μας όταν την θέλουμε πραγματικά και δεν υποκρινόμαστε. Επομένως, η εκούσια ταπείνωση, δηλαδή η αναγνώριση της πνευματικής μας ένδειας, φτώχειας και η ανάγκη του Θεού να επιστατήσει και να μας φωτίσει, μπορεί να μας οδηγήσει πραγματικά στην απόκτηση της Βασιλείας των Ουρανών(Μυτιληναίου 2013, οι Μακαρισμοί, σελ. 25).
Ο Ιωνάς έσκυψε στη γη, έλαβε ένα μικρό λιθαράκι, το σήκωσε ψηλά και είπε: Ποιος γνωρίζει πραγματικά τι είναι αυτό; Ύστερα έδειξε τον απέραντο Μεσσηνιακό κάμπο. Πόσα λιθαράκια έχει ο κάμπος; Τόσες είναι και οι αμαρτίες μας. Δεν γνωρίζουμε καν αυτά που βλέπουμε, αφήστε εκείνα που δεν βλέπουμε και είναι δυσθεώρητα από τον φτωχό μας νου, κρυμμένα βαθειά στον ψυχισμό μας. Είμαστε πτωχοί τω πνεύματι, γεμάτοι αμαρτίες! Εφ΄ όσον το αναγνωρίσουμε, ο Θεός θα μας δώσει ό,τι μπορούμε να αντέξουμε, θα φωτίσει τον νου και την καρδία μας και θα καταστούμε πραγματικά εγγράμματοι.
Όπως είπε ο Σωκράτης, “εν οίδα ότι ουδέν οίδα”. Κι εγώ παρομοίως, ένα μόνο έμαθα εδώ στη Μονή της Παναγιάς μας, ότι τίποτα δεν ξέρω ! Επειδή ο Θεός γνωρίζει τα πάντα και ζω μαζί του , βρήκα την πραγματική ευτυχία σε τούτο τον πρόσκαιρο βίο. Δεν είμαι εγώ, αλλά ο ίδιος ο Λόγος του Θεού που σας ομιλεί σήμερα, εδώ κάτω από τον ευλογημένο ευκάλυπτο, στο περιβόλι της Παναγιάς.
Πορευθείτε στη ζωή, κατακτήστε τον κόσμο, υπηρετείστε την οικογένεια και τη πατρίδα, αλλά ποτέ να μην ξεχάσετε πόσο φτωχοί είμαστε ως άνθρωποι, πόσο αγράμματοι, όσα πτυχία κι αν πάρουμε από τα πανεπιστήμια, πόσο τελευταίοι, έστω κι αν είμαστε αριστούχοι στο σχολείο. Πάντα να ζητάτε με πίστη και ειλικρινή επιθυμία το έλεος του Θεού και Πατέρα μας. Όσο ο Θεός θα με κρατάει ζωντανό θα προσεύχομαι πάντα για σας, με όλη τη δύναμη της ψυχής μου. Η Παναγιά μας η “Βουρκανιώτισσα” μαζί σας. Αμήν. Ο Ιωνάς έγραψε, σ΄ εκείνον που του ζήτησε ένα προσωπικό ενθύμιο:
Άκουμε με Παναγία μου, Παρθένα χρυσοχέρα
και Μάνα του θεού ημών γλυκιά πονετική,
και δός μου θεία δύναμη κι υγεία νύχτα μέρα
σε κάθε μου περίσταση και σε στιγμή κακή.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
28η Ιουνίου, 2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου