ΒΑΛΥΡΑ ΙΘΩΜΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΤΚ 24002
ΤΗΛ.2724071016
Η εκτέλεση οποιουδήποτε επαγγέλματος απαιτεί κάποια γνώση. Για κάθε επάγγελμα υπάρχουν διαφορετικές χαρακτηριστικές δραστηριότητες.
Το επάγελμα του υποδηματοποιού ή τσαγκάρη στο χωριό μου Βαλύρα, στα παιδικά μου χρόνια το ασκούσαν οι:
1.Περικλής Κόνιαρης, με καταγωγή από το Μουλάτσι(Ελληνικό) Αρκαδίας.Αρχικά το είχε στην οικία Γεωργίου Λιοντήρη και όταν το σπίτι κατεδαφίστηκε για να γίνει οικία μεταφέρθηκε στην οικία του Γεωργίου Ματσούκα.
2. Ο Στασινός Φειδάς, που είχε το εργαστηριό του στην οικία του Στεφανή Μπόβη
3. Ο Παπαδόπουλος που είχε το εργαστηριό του κατω από το χαγιάτι της οικίας του Μαρίνου Γεωργακόπουλου
4. Ο Χρίστος Καρτερολιώτης είχε το εργαστηριό του στην οικία του Λεωνίδα Μπάκα, για λίγα χρόνια.
5. Οι αδελφοί Λάγιου Λύσανδρος και Μιχάλης και τέλος
6. Ο Κατσαμπάνης από τη Σκάλα Μεσσηνίας ήλθε στη Βαλύρα το 1968 και το συνέχισε η γυναίκα του Ουρανία την οποία βοηθούσε ο γιός του Γρηγόρης, που ήταν και ο τελευταίος τσαγκάρης στη Βαλύρα. Έκλεισε το έτος 2004.Το εργαστηριό του ήταν στην οικία του δάσκαλου Χρίστου Καρτερολιώτη.
Α. Υποδηματοποιός ή Τσαγκάρης
Κουντουράδες-Τσαγκάρηδες- Παπουτσήδες – Παπουτσάνηδες
Yποδηματοποιοί είναι η επίσημη ονομασία των τεχνιτών που κατασκευάζουν ή επιδιορθώνουν παπούτσια. τους έλεγαν και κουντουράδες τσαγκάρηδες, παπουτσήδες και παπουτσάνηδες. Έφτιαχναν καινούργια παπούτσια και επιδιόρθωναν παλιά. Έβαζαν τακούνια, σόλες και μπάλωναν με τον κερωμένο σπάγκο τα τρυπημένα παπούτσια. Για τα καινούργια παπούτσια , ο μάστορας έπαιρνε τα «μέτρα» του πελάτη, που πατούσε το πόδι του στο χαρτί του βιβλίου, έπαιρνε το «στάμπο» ή «στάμπα» (το αποτύπωμα του γύρω-γύρω πέλματος) , το μάκρος, τα δάχτυλα, τον κουτουπιέ, το πασάγιο. Οι κουντουράδες όταν έπεφτε πολύ δουλειά, δούλευαν ως τα μεσάνυχτα, ιδίως πριν το Πάσχα και τα Χριστούγεννα που είχαν παραγγελίες καινούργια παπούτσια. Τότε έλεγαν ότι «έτρωγαν της λάμπας το φυτίλι».
Τα γαμπριάτικα παπούτσια ήταν τα πιο ακριβά και περιποιημένα. Ο γαμπρός παράγγελνε του τσαγκάρη να ετοιμάσει τα καλύτερα. Θα τα κρατούσε για πολλά χρόνια. Μερικοί «κομψευάμενοι» ήθελαν τριζάτα σκαρπίνια.
Το εργαστήριο του υποδηματοποιού το λέγανε κουντουράδικο ή τσαγκαράδικο. Ο τσαγκάρης δούλευε στον πάγκο. Ο πάγκος ήταν ένα ξύλινο μικρό τετράγωνο τραπεζάκι με γύρω-γύρω ξύλινο κορδονάκι και χωρισμένο στις γωνίες με άλλο ξύλινο κορδονάκι, που σχηματίζει τέσσερα τρίγωνα. Γύρω- γύρω από τον πάγκο υπήρχαν πέτσινες θήκες και κρέμονται τα εργαλεία περασμένα μες στις θήκες. Επάνω στον πάγκο ο τσαγκάρης είχε σφυριά και σφυράκια, τανάλιες μονταρίσματος και για τις πρόκες, φαλτσέτες (μακριές ατσάλινες λάμες για το κόψιμο των δερμάτων) ράσπες, λίμες, κατσαμπρόκο, διάφορα σουβλιά –σπαθάτα και πατωτικά- (εργαλεία του χεριού με οξύ άκρο για να ανοίγει ο τσαγκάρης τρύπες στα δέρματα), γάντζο για το καλαπόδι, μασάτι (ακόνι για τις φαλτσέτες, για να γλυκαθούν), μεζούρα, σπράγκες και ξυλόπροκες. Δίπλα στον πάγκο υπήρχε η «πατούνα»(το αμόνι του τσαγκάρη) και το τρίποδο.
Μερικά τέτοια τσαγκαράδικα υπάρχουν ακόμα στις γειτονιές των πόλεων και στα χωριά, για την επιδιόρθωση των παπουτσιών.
Σημαντικό για την κατασκευή των παπουτσιών ήταν το καλαπόδι. Το καλαπόδι ήταν ξύλινο ομοίωμα κατώτερου τμήματος του ποδιού, σε φυσικό μέγεθος, επάνω στο οποίο οι υποδηματοποιοί συναρμολογούν και κατασκευάζουν τα παπούτσια.
Αν τα μέτρα που έπαιρνε διαπίστωνε ότι το καλαπόδι χρειαζόταν συμπλήρωμα για το μάκρος, έβαζε «λόγκα» στο πίσω μέρος ή «άλτσες», προσθετικό στο πάνω μέρος για να μεγαλώνει το κουτουπιέ. Για το επάνω μέρος της κατασκευής του παπουτσιού χρειαζόταν τα «φόντια». Τις «σόλες», και τα «βάρδουλα» τις έβρεχε στο «μαστέλο». Το μαστέλο ήταν μεγάλο δοχείο με νερό κάτω απ’ το τραπεζάκι του τσαγκάρη. Στο μαστέλο έβαζαν τα πετσιά για να μαλακώσουν, να χτυπηθούν, να «πισταριστούν», να ανοίξουν και να είναι εύκολα στην παραπέρα επεξεργασία. Το μαστέλο έπρεπε να καθαρίζεται κάθε μέρα. H κατασκευή των παπουτσιών ήταν όλη χειροποίητη. Τα παπούτσια γίνονταν ραφτά και καρφωτά. Τα δέρματα ήταν δύο ειδών: τα μαλακά και ψιλά για το πάνω μέρος του παπουτσιού και τα χοντρά για τις σόλες.
Τα σκαρπίνια ήταν το επίσημο χαμηλό παπούτσι που άφηνε ακάλυπτους τους αστράγαλους.
Οι κουντούρες ήταν παπούτσια χαμηλά, κλειστά και δερμάτινα των γεωργών.
Οι μπότες ήταν υποδήματα κλειστά και ψηλά, ώστε να καλύπτει το πόδι συνήθως ως το γόνατο. Υπήρχαν οι μπότες οι παπαδίστικες που ήταν μέχρι την κνήμη.
Τσερβούλια λέγανε τα τσαρούχια με δερμάτινο πάτο.
Yποδηματοποιοί είναι η επίσημη ονομασία των τεχνιτών που κατασκευάζουν ή επιδιορθώνουν παπούτσια. τους έλεγαν και κουντουράδες τσαγκάρηδες, παπουτσήδες και παπουτσάνηδες. Έφτιαχναν καινούργια παπούτσια και επιδιόρθωναν παλιά. Έβαζαν τακούνια, σόλες και μπάλωναν με τον κερωμένο σπάγκο τα τρυπημένα παπούτσια. Για τα καινούργια παπούτσια , ο μάστορας έπαιρνε τα «μέτρα» του πελάτη, που πατούσε το πόδι του στο χαρτί του βιβλίου, έπαιρνε το «στάμπο» ή «στάμπα» (το αποτύπωμα του γύρω-γύρω πέλματος) , το μάκρος, τα δάχτυλα, τον κουτουπιέ, το πασάγιο. Οι κουντουράδες όταν έπεφτε πολύ δουλειά, δούλευαν ως τα μεσάνυχτα, ιδίως πριν το Πάσχα και τα Χριστούγεννα που είχαν παραγγελίες καινούργια παπούτσια. Τότε έλεγαν ότι «έτρωγαν της λάμπας το φυτίλι».
Τα γαμπριάτικα παπούτσια ήταν τα πιο ακριβά και περιποιημένα. Ο γαμπρός παράγγελνε του τσαγκάρη να ετοιμάσει τα καλύτερα. Θα τα κρατούσε για πολλά χρόνια. Μερικοί «κομψευάμενοι» ήθελαν τριζάτα σκαρπίνια.
Το εργαστήριο του υποδηματοποιού το λέγανε κουντουράδικο ή τσαγκαράδικο. Ο τσαγκάρης δούλευε στον πάγκο. Ο πάγκος ήταν ένα ξύλινο μικρό τετράγωνο τραπεζάκι με γύρω-γύρω ξύλινο κορδονάκι και χωρισμένο στις γωνίες με άλλο ξύλινο κορδονάκι, που σχηματίζει τέσσερα τρίγωνα. Γύρω- γύρω από τον πάγκο υπήρχαν πέτσινες θήκες και κρέμονται τα εργαλεία περασμένα μες στις θήκες. Επάνω στον πάγκο ο τσαγκάρης είχε σφυριά και σφυράκια, τανάλιες μονταρίσματος και για τις πρόκες, φαλτσέτες (μακριές ατσάλινες λάμες για το κόψιμο των δερμάτων) ράσπες, λίμες, κατσαμπρόκο, διάφορα σουβλιά –σπαθάτα και πατωτικά- (εργαλεία του χεριού με οξύ άκρο για να ανοίγει ο τσαγκάρης τρύπες στα δέρματα), γάντζο για το καλαπόδι, μασάτι (ακόνι για τις φαλτσέτες, για να γλυκαθούν), μεζούρα, σπράγκες και ξυλόπροκες. Δίπλα στον πάγκο υπήρχε η «πατούνα»(το αμόνι του τσαγκάρη) και το τρίποδο.
Μερικά τέτοια τσαγκαράδικα υπάρχουν ακόμα στις γειτονιές των πόλεων και στα χωριά, για την επιδιόρθωση των παπουτσιών.
Σημαντικό για την κατασκευή των παπουτσιών ήταν το καλαπόδι. Το καλαπόδι ήταν ξύλινο ομοίωμα κατώτερου τμήματος του ποδιού, σε φυσικό μέγεθος, επάνω στο οποίο οι υποδηματοποιοί συναρμολογούν και κατασκευάζουν τα παπούτσια.
Αν τα μέτρα που έπαιρνε διαπίστωνε ότι το καλαπόδι χρειαζόταν συμπλήρωμα για το μάκρος, έβαζε «λόγκα» στο πίσω μέρος ή «άλτσες», προσθετικό στο πάνω μέρος για να μεγαλώνει το κουτουπιέ. Για το επάνω μέρος της κατασκευής του παπουτσιού χρειαζόταν τα «φόντια». Τις «σόλες», και τα «βάρδουλα» τις έβρεχε στο «μαστέλο». Το μαστέλο ήταν μεγάλο δοχείο με νερό κάτω απ’ το τραπεζάκι του τσαγκάρη. Στο μαστέλο έβαζαν τα πετσιά για να μαλακώσουν, να χτυπηθούν, να «πισταριστούν», να ανοίξουν και να είναι εύκολα στην παραπέρα επεξεργασία. Το μαστέλο έπρεπε να καθαρίζεται κάθε μέρα. H κατασκευή των παπουτσιών ήταν όλη χειροποίητη. Τα παπούτσια γίνονταν ραφτά και καρφωτά. Τα δέρματα ήταν δύο ειδών: τα μαλακά και ψιλά για το πάνω μέρος του παπουτσιού και τα χοντρά για τις σόλες.
Τα σκαρπίνια ήταν το επίσημο χαμηλό παπούτσι που άφηνε ακάλυπτους τους αστράγαλους.
Οι κουντούρες ήταν παπούτσια χαμηλά, κλειστά και δερμάτινα των γεωργών.
Οι μπότες ήταν υποδήματα κλειστά και ψηλά, ώστε να καλύπτει το πόδι συνήθως ως το γόνατο. Υπήρχαν οι μπότες οι παπαδίστικες που ήταν μέχρι την κνήμη.
Τσερβούλια λέγανε τα τσαρούχια με δερμάτινο πάτο.
Η ονομασία Τσαγκαροδευτέρα κατά την ελληνική δημώδη γλώσσα σημαίνει η Δευτέρα (ημέρα) του τσαγκάρη (υποδηματοποιού).
Ο όρος αυτός καθιερώθηκε από προπολεμικά, όταν οι τότε τσαγκάρηδες στην Αθήνα την επόμενη μέρα της Κυριακής, δηλαδή τη Δευτέρα, επειδή δεν είχαν δουλειά είχαν καθιερώσει από μόνοι τους συνέχιση διήμερης αργίας κάθε εβδομάδα, έχοντας τα καταστήματά τους κλειστά και τη Δευτέρα.
ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΗ.ΦΩΤΟ ΑΠΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΛΛΙΜΑΣΙΑΣ ΧΙΟΥΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΛΑΓΙΟΥ ΛΥΣΣΑΝΔΡΟΣ ΚΑΙ ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΠΟ ΒΑΛΥΡΑ ΣΕ ΔΡΑΣΗ
ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΗ.ΦΩΤΟ ΑΠΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΛΛΙΜΑΣΙΑΣ ΧΙΟΥ
ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΗ.ΦΩΤΟ ΑΠΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΛΛΙΜΑΣΙΑΣ ΧΙΟΥ
ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΗ.ΦΩΤΟ ΑΠΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΛΛΙΜΑΣΙΑΣ ΧΙΟΥ
ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΗ.ΦΩΤΟ ΑΠΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΛΛΙΜΑΣΙΑΣ ΧΙΟΥ
ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΦΕΙΔΑΣ ΣΤΑΣΙΝΟΣ (ΥΠΟΔΗΜΑΤΟΠΟΙΟΣ) ΚΑΙ ΑΝΤΩΝΗΣ ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΚΑΡΑΤΖΑ ΚΑΙ Ο ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΙΛΙΒΙΤΗΣ
ΕΚΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΥΔΡΟΚΙΝΗΣΗΣ ΣΤΗ ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ ΤΟ 2010
ΒΥΡΣΟΔΕΨΕΙΟ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΥΔΡΟΚΙΝΗΣΗΣ ΔΗΜΗΤΣΑΝΑΣ
ΟΙ ΜΑΘΗΤΡΙΕΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΥΡΣΟΔΕΨΕΙΟ
ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΑΤΕΡΓΑΣΜΕΝΑ ΔΕΡΜΑΤΑ ΣΑΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΔΗΜΗΤΣΑΝΑΣ
ΤΟ ΑΜΟΝΙ ΤΟΥ ΤΣΑΓΚΑΡΗ, ΣΥΛΛΟΓΗ ΓΙΑΝΝΗ ΛΥΡΑ
ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟ ΥΠΟΔΗΜΑΤΟΠΟΙΕΙΟ ΠΕΡΙΚΛΗ ΚΟΝΙΑΡΗ ΚΑΙ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΤΡΑΚΤΕΡ Ο ΜΙΚΡΟΣ ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΤΑΚΗΣ, ΜΕ ΦΟΝΤΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ Γ. ΛΙΟΝΤΗΡΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου