ή ΕΛΑΙΟΥΡΓΕΙΑ*
Η καραγκιόζα, ήταν ένα είδος χειροκίνητου ελαιοπιεστηρίου στα Επτάνησα, που βασιζόταν η εξαγωγή του λαδιού στην χρήση του μοχλού. Το υπομόχλιο ήταν μεταξύ δύναμης και αντίστασης. Ήταν ένα οριζόντιο δοκάρι μεγάλου μήκους που έμπαινε σε μια τρύπα (υπομόχλιο) για να είναι σταθερό. Κατέληγε στα κοφίνια που είχαν τον ελαιοπολτό (αντίσταση) και με τη χειρωνακτική δύναμη του ανθρώπου προκαλούσε πίεση για να βγει το λάδι. Ήταν μεγάλη ανακάλυψη η χρήση της τεχνικής αυτής, και υπάρχει στη Λιθακιά Ζακύνθου αυτό το είδος ελαιοπιεστηρίου, σε εστιατόριο, θυμίζοντας τις παλιές καλές εποχές.
Τα πρώτα βιομηχανοποιημένα χειροκίνητα χυτοσιδηρά πιεστήρια είχαν ενσωματωμένα: Πλάντρα, κοχλία, μανέλλα ή ρόδα, χειρολαβή και βάση. Η μανέλλα ήταν μια τρύπα ενσωματωμένη στην πλάντρα που έμπαινε ένα τετραγωνικός η κυκλικός κορμός από κυπαρίσσι ή άλλο δέντρο, και με τη μυϊκή δύναμη ανθρώπων ή ζώου γινόταν η πίεση των τσαντίλων, για να βγει το λάδι. Από το "μάννα μου έλα" πήρε το όνομα "μανέλλα" και αργότερα αντικαταστάθηκε από το σύνθημα ήταν "βίρα - μάϊνα". Η πλάντρα ήταν μια επιφάνεια που πίεζε τα τσαντίλια που είχαν τον ελαιοπολτό.Στη συνέχεια της εξέλιξης ακολουθεί ο συνδυασμός λιθαριών - πιεστηρίου.
Τα πιεστήρια ήταν χειροκίνητα, χειροκίνητα με βίντσι ή εργάτη, ιπποκίνητα και υδραυλικά, όπου η πρώτη βάση του πιεστηρίου ήταν πέτρινη ή τσιμεντένια ή μεταλλική. Σήμερα λειτουργούν τα πιεστικά και τα περισσότερα φυγοκεντρικά 2 ή 3 φάσεων. Τα υδραυλικά ή ατμήλατα πιεστήρια κατασκευάστηκαν την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, από τον άγγλο μηχανικό Γιόζεφ Μπράχα, το 1795 . Το 1980 αρχίζει η χρήση των φυγοκεντρικών τριών φάσεων (λάδι, λιοκόκκι, λιοζούμι ή λιόσμος ή κατσίγαρος) και το 2005 η χρήση των φυγοκεντρικών 2 φάσεων (λιοκόκκι, λάδι).Τα υλικά κατασκευής του πιεστηρίου, για την εξαγωγή του λαδιού , από τον ελαιόκαρπο, ήταν πέτρινα ,τσιμεντένια, ξύλινα, μεταλλικά ή μικτά. Στα χειροκίνητα πιεστήρια ο διαχωρισμός του λαδιού γινόταν στο λιμπί με τη μέθοδο της άνωσης,( το λάδι είναι ελαφρύτερο και επιπλέει στο λιόσμο ή κατσίγαρο). ενώ στα υδραυλικά - φυγοκεντρικά με το διαχωριστήρα. Μπροστά στο πιεστήριο υπήρχε τραπεζαρία που έβαζαν τους σάκους (τσαντίλια) τους οποίους γέμιζαν χαμούρι με κουβά (ελαιοπολτό) και ανάλογα με το μέγεθος του πιεστηρίου, το στάμα χωρούσε από 100- 200 οκάδες. Αργότερα καταργήθηκε ο κουβάς και η τραπεζαρία, γιατί γινόταν αυτόματα η γέμιση με μικρό κοχλιακό αναβατόριο. Τα πρώτα υδραυλικά πιεστήρια είχαν πίεση μέχρι 200 ατμόσφαιρες, ενώ τα νεώτερα μέχρι και 400 ατμόσφαιρες. Απαραίτητη προϋπόθεση, για την λειτουργία του ήταν ο λέβητας με ζεστό νερό, γι' αυτό και λέγονταν και ατμήλατα. Ο ατμός με πίεση, πήγαινε στο μικρό υδραυλικό πιεστήριο και στη συνέχεια στο μεγάλο, που πίεζε το αναβατόριο, στο οποίο ήταν τοποθετημένες οι τσαντίλες με το χαμούρι. Η κίνηση των υδραυλικών πιεστηρίων γινόταν με πετρελαιομηχανές ντίζελ τύπου Ντοϋτς,, υδροτροχό οριζόντιο ή κατακόρυφο ή ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ τα εξαρτήματα κινούνταν με ιμάντες πλατιές - τροχαλίες, ή κινητήρες- ιμάντες στενές. Στο χώρο του λιοτριβιού λειτουργούσε πολλές φορές και αλευρόμυλος ή και νεροπρίονο, όταν η πηγή ενέργειας ήταν το νερό. Τα υδραυλικά πιεστήρια, χρησιμοποιούσαν σάκους από τραγόμαλλο ή φοινικόσχοινο και αργότερα στρογγυλά ταπέτα, που έβαζαν το χαμούρι. Ανά 15-20 σάκους ή ταπέτα, και ανάλογα με το στάμα, έβαζαν λαμαρίνες, για να γίνεται ομαλή η πίεση. Τα παλιά πιεστικά ήταν χωρίς πύρο και ο καραβοκύρης έπρεπε να ήταν πολύ μάστορας στο αλφάδιασμα των σάκων, γιατί πολλές φορές γίνονταν ατυχήματα στη διάρκεια της πίεσης, ενώ με τον πύρο τα ταπέτα ήταν πολύ πιο εύκολο. Η αρχική πίεση χειροκίνητων και υδραυλικών πιεστηρίων γινόταν με την μανέλλα ή χειρολαβή και η τελική γινόταν με τον εργάτη ,βίντσι ή κάποιο ζώο (συνήθως μουλάρι ,διασταύρωση από γαϊδούρι με άλογο). Ο περιστρεφόμενος χειροκίνητος εργάτης και το βίντσι έδινε δύναμη στο ενσωματωμένο σχοινί ή συρματόσχοινο, γύρω από τον αξονά του, στον κοχλία , που συμπίεζε τις τσαντίλες, για να ασκείται μεγαλύτερη πίεση, αποδίδοντας περισσότερο λάδι ο ελαιόκαρπος (χαμούρι). Τα σημερινά λιοτρίβια, είναι φυγοκεντρικά 2 ή 3 φάσεων και έχουν με βάση τις οδηγίες της Ε.Ε. αυτόματο ζυγιστήριο, αποθηκευτήριο, αναβατόριο, πλυντήριο, αποφυλλοτήριο, σπαστήρα, μαλακτήρα, μαλακτήρα αναμονής, διαχωριστήρα λαδιού, έλεγχος οξύτητας- φυτοφαρμάκων, εμφιάλωση Π.Ο.Π. . Στην όλη διαδικασία γίνεται η χρήση ζεστού νερού που αυξάνει την παραγωγικότητα η οποία είναι σε βάρος της ποιότητας, ενώ το καλύτερο λάδι είναι το αθέρμιγο, αγουρόλαδο από άγουρες ελιές όταν πηγαίνουν αυθημερόν, για βγάλσιμο λαδιού στο λιοτρίβι, αλλά δεν έχουν μεγάλη απόδοση. Εδώ είναι το δίλημμα, ποιότητα ή ποσότητα, και τα δύο δεν γίνεται. Το μέτρημα του λαδιού γινόταν με την μπότσα= 2 οκάδες και η μεταφορά του γινόταν σε μεταλλικά δοχεία, τις λαδούσες, με 3 χέρια για το εύκολο φόρτωμα ξυφόρτωμα στα ζώα και χωρούσαν 40 - 50 οκάδες. Ο καραβοκύρης, ήταν ο αρχηγός του λιοτριβιού, ελέγχοντας τους εργάτες, την λειτουργία του λιοτριβιού και έκανε το λογαριασμό με τους παραγωγούς. Είχε ένα δοχείο με παράλληλες επιφάνειες, στα πλάγια, για να παίρνει μόνο το λάδι (ξελίμπισμα) και όχι λιόσμο. Μετρούσε 9 μπότσες στον παραγωγό και η δέκατη στον κάκαβο, το δικαίωμα ή ξάϊ του λιοτριβιού. Αυτά γίνονταν ενώπιον του παραγωγού. Πολλές φορές ο καραβοκύρης το βουτούσε βαθιά και αντί για λάδι έπαιρνε λιόσμο, όποτε ο παραγωγός ζημιωνόταν, γιατί τον έκλεβε και του έδινε λιόσμο αντί για λάδι.Στο λιοτρίβι, παλιότερα και τώρα, το κοντινότερο σημείο ήταν τα παχνιά που έβαζαν τις ελιές, ο ελαιόμυλος, το πιεστήριο και ο λέβητας ζεστού νερού. Σήμερα δεν υπάρχουν παχνιά αλλά οι παλέτες με το όνομα του παραγωγού και τον αριθμό των σακιών που μεταφέρονται στον ελαιόμυλο, με μικρό φορτωτικό μηχάνημα, το κλάρκ. Ο παραγωγός έφερνε στο λιοτρίβι κρασί, σύκα, καρύδια, φαγητό και φρέσκο ζυμωτό ψωμί που το ψήνανε στη φωτιά που ζέσταινε το νερό. Το βουτούσαν στο λιμπί με το φρέσκο λάδι που η γεύση του είναι, πραγματική μαγεία. Το λάδι που πήγαινε στο σπίτι, αφού το φόρτωναν στο κάρο ή γαϊδούρι αποθηκευόταν σε πιθάρια, κιούπια, γαλβανισμένα ντεπόζιτα ενώ τώρα γίνεται σε πλαστικά ή νικελένια δοχεία, που δεν σκουριάζουν . Η νοικοκυρά είχε ετοιμάσει πολτό από αλεύρι και έφτιαχνε λαλαγκίδες ή τηγανίτες ή κουταλίδες γιατί με το κουτάλι έβαζε τον πολτό στην τηγάνα (μεγάλο μπακιρένιο τηγάνι) γεμάτη με το φρέσκο λάδι. Τρώγαμε τις λαλαγκίδες βάζοντας ότι είχαμε. Μέλι, ζάχαρη, πετμέζι, σουσάμι, καρύδια, αμύγδαλα και κανέλλα. Άναβε το λυχνάρι, φανάρι ή καντήλι, στο εικονοστάσι του σπιτιού, και γέμιζε τη χιλιάρα γυάλινη μπουκάλα, για την εκκλησία του χωριού. Η μεταφορά ελαιοκάρπου, λαδιού, ελαιοπυρήνα γινόταν με κάρα ή ζώα ενώ τώρα γίνεται με τρακτέρ και αυτοκίνητα. Το δικαίωμα ή ξάϊ ήταν ανάλογα με την ποσότητα, ποιότητα, μεταφορά και τον όλο συντονισμό του λιοτριβιού είχε ο ντελάλης ή τελάλης ο οποίος με ένα μεγάλο χωνί καλούσε τους παραγωγούς νάρθουν στο λιοτρίβι ,για να βγάλουν το λάδι. Όλα αυτά τα τελετουργικά σήμερα, είναι τελείως άγνωστα. Ο ελαιοπυρήνας ή λιοκόκκι, χρησιμεύει, για ζωοτροφή, πυρηνέλαιο στις ραφιναρίες οι οποίες το χρησιμοποιούσαν κυρίως ,για την παρασκευή πράσινων σαπουνιών και ως πυρηνόξυλο, για καύσιμο υλικό. Οι συνεταιριστικές οργανώσεις το 1990 ήταν: Ελαιουργία 598, πυρηνελαιουργεια,7, ραφιναρίες 10 και σαπουνοποιεία 3.Στην κορυφή της πυραμίδας του συνεταιριστικού κινήματος βρίσκεται η ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ (Πανελλήνια συνομοσπονδία ενώσεων αγροτικών συνεταιρισμών). Οι 3 μεγάλες βιομηχανίες στην Ελλάδα είναι η Ελαιουργική , η Μινέρβα και η Ελαϊς. Η Κεντρική κλαδική ένωση ελαιοκομικών προϊόντων είναι η ελαιουργική, έτος ίδρυσης το 1949, στην οποία μετείχαν 58 δευτεροβάθμιες συνεταιριστικές οργανώσεις και ο αριθμός των ελαιουργικών συνεταιρισμών, το 1991 ήταν 500 . Υπάρχει και λειτουργεί το μουσείο του λαδιού στην Σπάρτη, το δίκτυο της ελιάς στην περιβαλλοντική εκπαίδευση, και οι δρόμοι του λαδιού και της ελιάς, με συντονιστή, το επιμελητήριο Καλαμάτας. Μια από τις πολλές χρήσεις του λαδιού είναι και η παρασκευή σαπουνιού το οποίο χρησιμοποιούμε στη λάτρα του σπιτιού, σκουτιών, ρούχων και του κορμιού μας.Στη Βαλύρα (το χωριό μου) την εποχή του 50 λειτουργούσαν 7 λιοτρίβια τα οποία ήταν ιδιοκτησίας: Βίγκου, Κατσένη, Μακρή, Μπάκα, Μπόβη, Παπασαραντόπουλου και Σταυριανόπουλου στου οποίου λειτουργούσε και αλευρόμυλος και με την πετρελαιομηχανή του, είχε ηλεκτροφωτισμό όλο το χωριό και τα περισσότερα σπίτια ηλεκτρικό ρεύμα. Σήμερα στη Βαλύρα, από τα παλιά λιοτρίβια, λειτουργεί μόνο του Μπάκα, τα παλιά 6 δεν υπάρχουν, και λειτουργεί ακόμη 1, των αδελφών Χαραλαμπόπουλου. Είναι και τα 2 φυγοκεντρικά τελευταίας τεχνολογίας. Λειτουργούσαν παράλληλα και 2 νερόμυλοι, ο καλοκαιρινός και χειμωνιάτικος από το αυλάκι με νερό της Μαυροζούμενας το οποίο παράλληλα ήταν και για άρδευση, στα κτήματα, ρύζια του κάμπου και για τους καλοκαιρινούς μπαξέδες του χωριού. Πολλές φορές είχαμε διαμάχες με τους κατοίκους των γειτονικών χωριών Λάμπαινας, Πλατύ και Σκάλας, γιατί ήθελαν να ποτίσουν και αυτοί τα κτηματά τους, ενώ το νερό δεν ήταν αρκετό για όλα τα χτήματα και τους μπαξέδες.Ο τελευταίος μυλωνάς στη Βαλύρα ήταν ο Βασίλης Μανιάτης, διέθετε δε και κινηματογράφο σε μόνιμη αίθουσα προβολής και περιφερόταν και στα διάφορα χωριά της Μεσσηνίας. Το ίδιο όνομα υπήρχε στο νερόμυλο στα ΓΑΚ το 1827. Η Οικογένεια Μαρμαρά στη Στενύκλαρο είχε νερόμυλο και παλιό λιτρουβιό του οποίου ορισμένα εξαρτήματα υπάρχουν στο σπίτι του Παπαμένη Μαρμαρά.Το 1870 ο προπάππος του είχε ιπποκίνητο λειτρουβιό και στο τέλος του 19ου αιώνα έγινε και δεύτερο ιδιοκτησίας Γεωργίου Δημητρόπουλου και αρχές του 20ου αιώνα παρέλαβε ο γαμπρός του Σωτήρης Δήμου Αλεβίζος ιπποκίνητο λιτρουβιό. Στα χωριά της Μεσσηνίας Αρσινόη, Άγριλο και Πλατανόβρυση υπάρχουν παλιά λιοτρίβια με όλο τους τον εξoπλισμό.Στην Καλαμάτα, λειτουργούσε κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό, το πυρηνελουργείο του Λιναρδάκη το οποίο κατεδαφίστηκε την εποχή του 1990 και τώρα γίνεται το κέντρο χορού, ενώ το άλλο εργοστάσιο, στο δρόμο Καλό Νερό - Κυπαρισσία, δείχνει απλώς την παρουσία του, εδώ και πολλά χρόνια. Επίσης την εποχή του 70 λειτουργούσε στο Ζευγολατιό Μεσσηνίας ραφιναρία και εργοστάσιο παρασκευής γλυκόζης από καλαμπόκι, ιδιοκτησίας Κουτέλα, που τα απόβλητα χύνονταν στον Ποταμό Μαυρόζούμενα. Αυτός κατέληγε στον ποταμό Πάμμισο, ο οποίος χυνόταν στο Μεσσηνιακό κόλπο, προκαλώντας του ρύπανση. Σήμερα έχει κατεδαφιστεί. και υπάρχει μια παλιά πόρτα να μας το θυμίζει. Στην Καλαμάτα, ο δραστήριος πρόεδρος του Επιμελετηρίου, Γεώργιος Καραμπάτος εδώ και χρόνια έχει δρομολογήσει τους δρόμους του λαδιού και της ελιάς, το 2008 πήγε στη Κίνα που διοργάνωσε τους Ολυμπιακούς αγώνες , με μοτοσικλετιστές. Το 2009 (λήξη αποστολής συνταγών 30\9\2009) διοργανώνει διαγωνισμό συνταγών που θα περιλαμβάνουν μεσσηνιακά προϊόντα με χρηματικά έπαθλα και οι 30 καλύτερες θα τυπωθούν σε βιβλίο, που θα επιλεγούν από ειδικούς σεφ.Το ΚΠΕ Καλαμάτας, με υπεύθυνη τη Σίσυ Πλακονούρη, συντονίζει όλα τα σχολεία που είναι στο δίκτυο του λαδιού και της ελιάς. Όλα τα συνέδρια που έχουν πραγματοποιηθεί στο ΚΠΕ Καλαμάτας είχαν μεγάλη επιτυχία και κάθε χρόνο ο αριθμός των σχολείων που συμμετέχουν στο δίκτυο αυξάνεται. *Έζησα τα παιδικά μου χρόνια μέσα στο λιοτριβειό, δίπλα στο σπίτι μου, που ήταν αποθήκη και είχε νοικιάσει ο Βασίλης Σταυριανόπουλος. Είχε και αλευρόμυλο. Λειτουργούσε με ντηζελομηχανή η οποία τροφοδοτούσε με ρεύμα το χωριό. Αργότερα άνοιξε και καμίνι παράγοντας τούβλα και κεραμίδια. Δούλεψα επίσης στη Λάμπαινα στο λιοτρίβι του εξαδέλφου μου Νώντα Παπαγεωργίου, για πολλά χρόνια και ειδικά όταν ήμουν φοιτητής. Για κακή του τύχη άλλαξε τα πιεστικά μηχανήματα με φυγοκεντρικό (γιατί απαιτεί λιγότερους εργάτες και συνεπώς μικρότερο κόστος), αλλά οι φωτιές του 1981 τον οδήγησαν σε χρεοκοπία, το οποίο συνεχίζει ο νέος ιδιοκτήτης Καραβάς. Λειτουργεί ακόμη στη Λάμπαινα άλλο ένα φυγοκεντρικό λιοτρίβι τελευταίας τεχνολογίας με ιδιοκτήτη τον Αντρέα Καλλιμάνη.
ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑ
ΕΛΙΑ ΚΑΛΑΜΩΝ
Στην Ελλάδα υπάρχουν 6000 φυτικά είδη, 30000 ζωικά είδη, 447 είδη πουλιών,115 είδη θηλαστικών, 32 αισθητικά δάση και 10 υγρότοποι. Τα απειλούμενα είδη θηλαστικών είναι 29 και σπονδυλωτών 171. Μια βασική αιτία είναι η υποβάθμιση των βιοτόπων, λόγο έλλειψης του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου.Η Ελλάδα έχει 51 διατηρητέα μνημεία της φύσης όπου τα 4 βρίσκονται στο νομό Μεσσηνίας.Αυτά είναι:
1. Η Ελιά της Καλαμάτας
2. Ο Πλάτανος του Άγιου Φλώρου
3. Ο Σφένδαμος και η ελιά του Σιδηρόκαστρου και
4. Το δάσος των αείφυλλων πλατύφυλλων στην Σιαπέντζα.
*Η Ελιά βρίσκεται στο χώρο του Ε.Θ.Ι.Α.Γ.Ε. (πρώην Κ.Ε.Γ.Ε.) του δήμου Καλαμάτας.
*Ο Πλάτανος βρίσκεται στο χωριό Άγιος Φλώρος τέως Δ.Δ. του Δήμου Αρφαρών και δίπλα του είναι μια από τις μεγάλες πηγές του Πάμμισου,
*O Σφένδαμος βρίσκεται στο ΔΔ Σιδηρόκαστρο, έδρα του Δήμου Αυλώνος και
*Tο δάσος Πλατύφυλλων βρίσκεται στο νησί Σιαπέντζα κοντά στη Μεθώνη (ένα από τα 7 μικρά νησάκια του νομού Μεσσηνίας (Δήμοι νομού Μεσσηνίας 29, Κοινότητες 2, πριν το Καλλικράτη που εφαρμόστηκε το 2010 που οι συνολικοί δήμοι στη Μεσσηνία έγιναν 6 και στην Ελλάδα 325 και έγιναν οι πρώτες περιφερειακές εκλογές 13 σε αριθμό).
Πληροφορίες για κάθε διατηρητέο μνημείο της φύσης και την τοπογραφική τους θέση , δίνονται από τις διευθύνσεις των τέως δήμων και το χάρτη του νομού Μεσσηνίας.
1. Τέως Δήμος Αυλώνος: Σιδηρόκαστρο ΤΚ 24021 τηλ. 2761051289
2. Τέως Δήμος Αρφαρών: Αρφαρά ΤΚ 24004 τηλ. 2721052220
3. Τέως Δήμος Καλαμάτας: Καλαμάτα ΤΚ 24100 τηλ 27210225651
4. Τέως Δήμος Μεθώνης: Μεθώνη ΤΚ 24006 τηλ. 2723031255
1. Η ΕΛΙΑ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Όσοι ενδιαφέρονται για να δουν αυτό το σημαντικό διατηρητέο μνημείο της φύσης βρίσκεται στο χώρο του Ε.Θ.ΙΑ.Γ.Ε. (πρώην Κ.Ε.Γ.Ε) δίπλα στο παλιό 9ο Σύνταγμα Πεζικού. Είναι πάρα πολύ σημαντικό για την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου. Το 1980 ο πρώτος Δ/ντής του ΚΕΓΕ Τάκης Οικονομόπουλος έκανε τις απαιτούμενες ενέργειες και διαδικασίες για να χαρακτηριστεί με απόφαση του υπουργού γεωργίας ως διατηρητέο μνημείο της φύσης με μεγάλη αξία πολιτισμική, ιστορική, γενετική και παραγωγική. Η διαμόρφωση του χώρου έγινε από την τεχνική υπηρεσία της νομαρχίας. Η UNESCO αποφάσισε να στηρίξει και οικονομικά την προβολή του και επειδή υπάρχουν και άλλες υπεραιωνόβιες ελιές (και άλλα είδη δέντρων στον νομό μας, όπως πλατάνια, δρυς) θα πρέπει να τις εντοπίσουμε για να τις προστατέψουμε, αναδείξουμε και να γίνει ο χώρος επισκέψιμος από τους ενδιαφερόμενους και τουρίστες, σχετικά με την ελαιοκαλλιέργεια, γενετική ταυτοποίηση, διασπορά και απόκλιση καθώς και την οικολογική τους σημασία. Τα χαρακτηριστικά του δέντρου περιγράφονται στην πινακίδα και η ηλικία του έχει προσδιοριστεί με τη μέθοδο του ραδιενεργού άνθρακα. Το 1997 ένα μέρος της καταστράφηκε από θεομηνία, αλλά παρά τον ακρωτηριασμό της, διατηρεί τη μεγαλοπρεπειά της Ο μετέπειτα Δ/ντής του ΕΘΙΑΓΕ Γιώργος Ζερβάκης και το ινστιτούτο Ελαίας με το ΤΕΙ Καλαμάτας συλλέγουν δείγματα από την περιοχή της Μεσσηνίας για ταυτοποίηση του εύρους της γενετικής βάσης του δέντρου των οποίων η καλλιέργειά τους ξεκίνησε από το συγκεκριμένο μητρικό δέντρο.
Μια διεπιστημονική προσέγγιση της Ελιάς
Διατροφή,φωτισμό,θερμαντικούς σκοπούς
Ιστορία, θρεπτική αξία, επεξεργασία της βρώσιμης ΕλιάςΑπό την αρχαιότητα οι βρώσιμες ελιές τρώγονταν μέσα σε άρμη και είναι ένα από τα τελειότερα τρόφιμα, γιατί περιέχει λιπαρές ουσίες, άλατα, βιταμίνες και αρωματικές ουσίες. Τα άλατα περιέχουν φωσφόρο, θείο, ασβέστιο, κάλιο μαγγάνιο, τα οποία παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον από βιολογική άποψη. Ένα κανονικό σιτηρέσιο πρέπει να περιέχει 1\50 φωσφόρο και 1\100 ασβέστιο και την αναλογία αυτή περιέχει η βρώσιμη ελιά. Περιέχει επίσης τις ζύμες οξειδάση, καταλάση και λιπάση, που διευκολύνουν τις ζυμώσεις του οργανισμού. Οι αρωματικές ουσίες δημιουργούν ευχάριστη γεύση και οσμή διεγείροντας τις εκκρίσεις του πεπτικού συστήματος και ευνοείται η πέψη και η χώνεψη. Η βιταμίνη Α υπάρχει σε 760 διεθνείς μονάδες, στα 100 γραμμάρια ελιάς, καθώς περιέχεται και η βιταμίνη C. Είναι εξαιρετικό φάρμακο για διαβητικούς αρτηριοσκληρωτικούς και αρθριτικούς, αρκεί να γίνεται σωστά η κατεργασία τους. Απαγορεύεται στην επεξεργασία της, η ελιά να είναι τραυματισμένη, δακομένη, χαμάδα και ραντισμένη με φυτοφάρμακα. Υπάρχει μηχάνημα που διαχωρίζει τις ελιές ανάλογα με το μέγεθος, γιατί τα μεγάλα μεγέθη έχουν καλλίτερη και εμπορεύσιμη τιμή.Για το ξεπίκρισμα της ελιάς υπάρχουν αρκετοί διαφορετικοί τρόποι στην Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία ,Γαλλία και Καλιφόρνια Αμερικής. Στην Ελλάδα ένας τρόπος ξεπικρίσματος είναι το νερό, αλάτι και χαράκωμα. Το αλάτι είναι σε περιεκτικότητα 8-13%. Η πικρότητα της ελιάς οφείλεται σε έναν γλυκοζίτη, την Ελευροπαϊνη, η οποία δεν πρέπει να αφαιρεθεί τελείως, γιατί συντελεί στην ζύμωση και να πάρει ο καρπός νόστιμη γεύση, ωραίο χρώμα και άρωμα. Άλλος τρόπος ξεπικρίσματος είναι η χρήση του καυστικού καλίου ή νατρίου σε περιεκτικότητα 1,6 -2% ή σε αλισίβα, άσβεστο ασβέστη και νερό σε αναλογία 4:1:10-12. Μπορούμε στη διάρκεια του ξεπικρίσματος ή συντήρησης σε άλμη, ή λάδι, να χρησιμοποιούμε και διάφορα αρωματικά φυτά όπως: Άνηθο, μαϊντανό ,μάραθο, θρούμπι, θυμάρι, ρίγανη, σχίνο, δάφνη, ανάλογα με τι γεύση και άρωμα θέλουμε. Για 3 κιλά ελιές χρησιμοποιούμε ένα κιλό στάχτη, 250 γραμμάρια άσβεστο ασβέστη και 15 κιλά νερό. Στη συνέχεια μετά το ξεπίκρισμα χρησιμοποιούμε το αλάτι ή άλμη όπου ακολουθεί ή ζύμωση και τα σάκχαρα της ελιάς μετατρέπονται σε γαλακτικό οξύ και η αντίδραση αυτή είναι αναερόβια. Η θερμοκρασία του δοχείου με τις ελιές πρέπει να είναι 18-23 βαθμούς Κελσίου, γιατί αν είναι μεγαλύτερη εκτός από την γαλακτική ζύμωση μπορεί να γίνει ή αλκοολική ,οξική και βουτυρική και έχει ως αποτέλεσμα οι ελιές να χαλάνε σε χρώμα, οσμή και γεύση, γιατί στην αρχή δημιουργείται γεύση ταγκίλας και αργότερα άσχημη μυρωδιά. Τα δοχεία πρέπει να είναι ανοικτά, γιατί στη διάρκεια της ζύμωσης παράγονται και αέρια. Υπάρχουν 10 διαφορετικά είδη στην Ελλάδα, που γίνονται βρώσιμες ελιές και μια κατηγορία επεξεργασίας είναι οι τσακιστές, οι οποίες αφού ξεπικρίσουν όχι τελείως και την πικράδα που χουν να τη δέχεται η γλώσσα μας τις αλατίζουμε και τις διατηρούμε σε λάδι ή άλμη, χρησιμοποιώντας διάφορα αρωματικά φυτά. Για κάποιον που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά ή ερασιτεχνικά τα απαιτούμενα όργανα είναι: Ένα θερμόμετρο τοίχου, θερμόμετρο για το δοχείο, πεχάμετρο και μπωμόμετρο. Ανάλογα με την επεξεργασία έχουμε την ελιά με κουκούτσι, χωρίς κουκούτσι, παραγεμισμένες με αρωματικά φυτά, σκόρδο, πιπεριά, αντσούγιες και ξηρούς καρπούς, πάστα σε διάφορες γεύσεις ανάλογα με τη χρήση των αρωματικών φυτών και τέλος σε γλυκό. Τέλος οι ελιές διατηρούνται σε γυάλινα δοχεία, που να κλείνουν αεροστεγώς και υδατοστεγώς και να καλύπτονται με άλμη ή λάδι.Τέλος το ξεπίκρισμα της οποιασδήποτε ελιάς, αφού προηγουμένως καθαριστούν και πλυθούν μπορεί να γίνει μέσα σε λάδι, προσθέτοντας αν θέλουμε διάφορα αρωματικά φυτά. Το αρνητικό τους είναι ότι το ξεπίκρισμα διαρκεί περίπου έξι μήνες, ανάλογα με το είδος και την ωριμότητα της ελιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου