Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2024

ΓΙΑΝΝΗ Δ. ΛΥΡΑ. ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ,ΒΡΑΒΕΙΑ, ΒΑΘΜΟΙ, ΠΤΥΧΙΑ

 ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ Δ. ΛΥΡΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

.Η ζωή μας να σημαίνει το κυνήγι των ανώτερων πολιτιστικών-πολιτισμικών αξιών, πλήρη κατανόηση των μυστηρίων της φύσης και κατάκτηση της έσχατης αλήθειας, ελεύθερα να ασκήσουμε τις απεριόριστες δυνατότητες του μυαλού μας, για τον πλούτο της μιας και  μοναδικής μας ζωής.

Αλλά το βράδυ, όταν άδειαζε το σχολείο κι τελείωναν οι αγροτικές δουλειές, ήταν σαν να περνούσε ο θάνατος. Και δεν άφηνε τίποτα, τίποτα ζωντανό. Οι χωριάτες πήγαιναν να φάνε και να κοιμηθούν, η εκκλησία χανότανε μέσα στο σκοτάδι, τα πουλιά κουρνιάζανε. Τη βρύση δεν την άκουε κανένας. Τα αστέρια βρίσκονταν πολύ μακριά. Και μ’ αυτές τις εξαφανίσεις, το χωριό, όλα τα χωριά έμεναν τη νύχτα παντέρημα.

Τότε έγινε το μεγάλο θαύμα. Που για να κάνουμε αμεσότερη την αίσθηση του δώσαμε τη μορφή της εξωαστικής ελληνικής ζωής τον καιρό που έγινε.

Μια μέρα ο δάσκαλος – και το ίδιο συνέβη σε όλους τους άλλους συναδέλφους του που υπηρετούσαν σε χωριά - έλαβε ένα γράμμα από την πρωτεύουσα, μία εγκύκλιο σταλμένη στη διεύθυνσή του και με το όνομά του επάνω στο φάκελο. Ζύγωσε στο παράθυρο για να βλέπει καθαρότερα το χαρτί, το άνοιξε, το άπλωσε και άρχισε να το διαβάζει. Αυτό το απροσδόκητο κείμενο το δημοσιεύουμε, όχι αντιγράφοντάς το, αλλά όπως το θυμόταν απλοποιημένο ένας παλιός εκπαιδευτικός κι όπως μεταφέρθηκε εκείνο τον καιρό στους διάφορους πνευματικούς κύκλους:

«Κύριε συνάδελφε,

 Η Πολιτεία σας ευχαριστεί γιατί μαθαίνετε τα παιδιά γράμματα. Αλλά θέλω να στρέψω την προσοχή σας και σε κάτι άλλο. Γιατί εκεί που υπηρετείτε την ελληνική παιδεία, δεν υπάρχουν μόνο τα πράγματα που βλέπετε, οι άνθρωποι, τα σπίτια, τα δέντρα, τα ζώα, τα βουνά, τα νερά. Υπάρχουν και άλλα, ένας ολόκληρος κόσμος σκορπισμένος παντού, από τα παλιά, τα παμπάλαια χρόνια. Κι αυτό τον κόσμο πρέπει να τον αναζητήσουμε να τον σώσουμε. Γιατί είμαστε εμείς οι ίδιοι, οι πατέρες μας, οι πατέρες των πατέρων μας, ως την πηγή, όλη η Ελλάδα, με ότι την εκφράζει πιστότερα. Υπάρχουν τραγούδια, υπάρχουν μοιρολόγια, υπάρχουν παραμύθια, υπάρχουν ξόρκια, νανουρίσματα, αινίγματα, κάλαντα, - ένας ανεκτίμητος θησαυρός όπου δονείται η ψυχή του λαού μας και είναι αγνότατα αποτυπωμένος ο χαρακτήρας του έθνους μας. Αυτό τον ανεκτίμητο θησαυρό χρειάζεται να τον συγκεντρώσουμε, να τον διαφυλάξουμε από τον κίνδυνο της φθοράς και του αφανισμού όπου τον εκθέτει ο χρόνος. Θα σας συστήσουμε λοιπόν να διαθέσετε για τη συγκέντρωση λαογραφικού υλικού από τους ηλικιωμένους χωρικούς ειδικότερα, τις ώρες τις σχολής σας…»

 (Και στο τέλος της επιστολής η υπογραφή, που ήτανε μόνη της ένας επιβλητικότατος πνευματικός τίτλος: Νικόλαος Πολίτης).

 Ο δάσκαλος που ένιωθε ως τότε μία θανάσιμη απομόνωση όταν έφευγαν από το σχολείο οι μαθητές του, πλήθος δάσκαλοι που δεν είχαν τίποτα για να απασχολήσουν το πνεύμα τους εκεί στις στενόχωρες ελληνικές επαρχίες, βρήκαν σε λίγα την ασύγκριτη ζέστα που δίνει στον άνθρωπο ο σκοπός, ο καθαρός σκοπός. Και κάτι άλλο επίσης σημαντικό. Το γράμμα του Πολίτη τους αποκάλυψε, τους έδωσε να καταλάβουν με τις υποδείξεις του, ότι δεν ζουν μοναχοί τους.

 Ότι το χωριό, ότι κανένα χωριό δεν είναι έρημο. Ότι σε καμιά περιοχή, ακόμη και τη φτωχότερη και τη γυμνότερη δεν σβήνουν οι «παρουσίες», μια που πέρασαν από κει, που χάρηκαν, που πόνεσαν, που τραγούδησαν άνθρωποι. Όλες κατοικούνται όλες είναι γεμάτες παρουσίες αιώνιες που πήραν άλλες μορφές. Και τη νύχτα άκουαν τις βρύσες του μύθου που έτρεχαν μέσα στη φαντασία τους – γριές γυναίκες που μιλούσανε για την Αγία Σοφία, για τους Κλέφτες και τους Αρματωλούς, για το Κάστρο της Ωρηάς, για τον καημό της Κατουγής, για την Ξενιτεία, για το Βρυκόλακα, για τη Λιογέννητη…για……

 Να η πρώτη απήχηση που είχε το μήνυμα του Πολίτη. Αλλά εδώ έρχεται το ερώτημα: Πώς μέσα σε ένα πνευματικό κόσμο μουχλιασμένο από το σχολαστικισμό, δημιουργήθηκε ο μεγάλος λαογράφος;












Δεν υπάρχουν σχόλια: